Ειλικρίνεια; Πρώτα με τον εαυτό μας!

Καθώς η στασιμότητα προβάλλει ως μια μακρόσυρτη υπόθεση εργασίας στο κυπριακό, μερικές «σκόρπιες» σκέψεις για το πλαίσιο που οδήγησε μερικώς στα σημερινά αδιέξοδα και μερικώς επιχειρεί να ερμηνεύσει τα όσαν προηγήθηκαν .

  1. Το μομέντουμ δεν αξιοποιήθηκε επαρκώς όταν οι δύο ηγέτες έθεσαν πράγματα επί τάπητος και ανέπτυξαν μια κοινή δράση (2015, Λεμεσός, Αμμόχωστος, Λευκωσία και γενικότερα το κλίμα μέχρι το καλοκαίρι του 2016). Σήμερα δεν υπάρχει μομέντουμ καθώς όλα βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού, ακόμα και η επισημοποίηση του τερματισμού της διαδικασίας. Σε κάθε περίπτωση το τέλος του 2016 ήταν ένα πολιτικό χρονικό πλαίσιο που θα μπορούσε να δώσει την ολοκλήρωση της διαδικασίας καθώς οι διαπραγματεύσεις είχαν προχωρήσει στον πιο ουσιαστικό βαθμό τους και η διεθνής υποστήριξη υπήρχε σε πιο έντονο βαθμό και, όπως είναι γνωστό, οι δύο ηγέτες το έθεσαν ως έναν στόχο τους. Κάθε τι που δεν ολοκληρώνεται μέσα σε ένα γενικό πολιτικό και χρονικό πλαίσιο, εκτίθεται στη σταδιακή φθορά του, αποσυντονίζεται από τις αλλεπάλληλες, χωρίς αποτέλεσμα, συζητήσεις.
  2. Τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης δεν προχώρησαν (λ.χ. σύνδεση της κινητής τηλεφωνίας, δύο δίοδοι στη Δερύνεια και το Απλίκι) και οι Τεχνικές Επιτροπές υπολειτουργούσαν, αν δεν λειτουργούσαν με μηδενική δραστηριότητα (όπως η ΤΕ για την Παιδεία). Χρειαζόταν ισχυρή πολιτική θέληση, στοιχειώδεις υποδομές, συνεπής συντονισμός. Δεν υπήρχαν αυτές οι προϋποθέσεις. Εκεί που υπήρχαν τα πιο προαπαιτούμενα ήταν μόνο στην ΤΕ για τη Διατήρηση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς και  συντονιστής της ήταν ο Τ. Χατζηδημητρίου. Τόσο απλά είναι τα πράγματα.
  3. Η αδυναμία της ε/κ ηγεσίας να κινητοποιήσει την πλειοψηφία της κοινής γνώμης, να δημιουργήσει ένα διακομματικό, πλειοψηφικό ρεύμα που να καταλαμβαίνει σε ικανό βαθμό το διακύβευμα της συγκυρίας. Έλειψε το πολιτικό και επικοινωνιακό κομμάτι μιας πολιτικής που θα ενεργοποιούσε τη διπλωματία των μαζικών φορέων, θα έφερνε στην πρώτη γραμμή της δημόσιας συζήτησης τα απλά και σαφή διλήμματα: ελεύθερη ή μισή Κύπρος, αποχώρηση του στρατού κατοχής ή διαιώνηση της σημερινής κατάστασης πραγμάτων, πλήρες ή μισό μέλος στην ΕΕ, ανάπτυξη σε όλο το εύρος ή ελλειμματική ανάπτυξη στο 60% της νήσου.
  4. Τι επιλέγουν ώριμες κοινωνίες σε μια δύσκολη διαπραγμάτευση; Επιλέγουν την ισχυροποίηση της διαπραγματευτικής θέσης της πλευράς τους με διακομματική συμμετοχή στη μάχη για να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή λύση, όπως προνοούν τα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Δυστυχώς, δεν είχαμε ούτε το στοιχειωδώς αυτονόητο, την ελάχιστη δυνατή συνεννόηση. Η πόλωση ανάμεσα στην αργόσυρτη πρόοδο και τις καθόλου συνομιλίες ήταν το προϊόν μιας συγκρουσιακής σχέσης που παρεμπόδιζε τις συνομιλίες, εξέτρεφε τη μισαλλοδοξία και εμφάνιζε την ε/κ κοινωνία ως αντιφατική-θεωρητικά να αποδέχεται τα ψηφίσματα του ΟΗΕ ως βάση για τη λύση και πρακτικά να αδυνατίζει αυτή την προοπτική με μια χαοτική αντιπολιτευτική τακτική που συσκότιζε πραγματικές προθέσεις.
  5. Πολιτική μάχη σημαίνει να δώσεις όλες τις δυνάμεις σου με την  φιλοδοξία να φτάσεις σε πλήρες και θετικό αποτέλεσμα, όχι μισές προσπάθειες γιατί μπορεί και να αποτύχουμε. Καταβάλλεις το άπαν των δυνάμεών σου και εάν αποτύχει η προσπάθεια, αυτό θα συνιστά τμήμα της λειτουργίας του  νόμου των πιθανοτήτων στο κυπριακό. Έκανες το μεγιστό δυνατό και δεν βγήκε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Κανένας δεν δίνει πλήρεις εγγυήσεις για λύση σε μια πολιτική διαπραγμάτευση με τις πολυπλοκότητες που διαθέτει το κυπριακό ζήτημα, ωστόσο έχει ειδική σημασία η πλήρης και καθολική προσπάθεια, η πλήρης και καθολική κινητοποίηση των πολιτών προς αυτή την κατεύθυνση.
  6. Η ε/κ κοινωνία βρίσκεται σε σύγχυση. Τα λόγια συχνά δεν συμπίπτουν με τις πράξεις, η αντίληψη που έχουμε για τη βάση για τη λύση βρίσκεται ακόμα υπό συνεχή διερεύνηση, αν και θέσαμε τις βάσεις από το 1977 με σχεδόν καθολική αποδοχή από τις πολιτικές δυνάμεις. Ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας μας βρίσκει τις συνομιλίες ως χάσιμου χρόνου, ένα άλλο μέρος θέλει λύσεις που ακουμπούν με συμπάθεια στο σημερινό status quo. Λοιπόν, χρειάζεται να μιλήσουμε καθαρά με τον εαυτό μας, να ξεκαθαρίσουμε προτεραιότητες και στόχους μας, να μιλήσουμε με ανοικτά χαρτιά για το τι ζητάμε από ΟΗΕ και την διεθνή κοινότητα και μετά να μπούμε σε έναν κύκλο διαβουλεύσεων με τον ΟΗΕ για τον όποιο επόμενο γύρο συζητήσεων. Αυτό σημαίνει πολιτικός αναστοχασμός, καθαρές λύσεις, πλειοψηφίες και μειοψηφίες στο μείζον.
  7. Η σημερινή ακινησία προσφέρει μια δυνατότητα, να σκεφτούμε ξανά τις προτεραιότητές μας, αν μιλούμε σοβαρά και αν εννοούμε αυτά που λέμε. Τα ψηφίσματα του ΟΗΕ θέτουν την πιο εφικτή προϋπόθεση για επίλυση. Η σύγχυση, η διγλωσσία, η παραποίηση της πραγματικότητας, η ατολμία, οι άναρθρες κραυγές δεν έχουν θέση σε μια σοβαρή συζήτηση ανάμεσα στις πολιτικές και κοινωνικές εκφράσεις της ε/κ κοινωνίας. Χρειαζόμαστε εντιμότητα, πρώτα στη διαβούλευση με τον εαυτό μας και ύστερα με κάθε άλλον. Κανένας δεν θα μας πάρει στα σοβαρά αν δεν μιλήσουμε με ειλικρίνεια για τα μείζονα και αν δεν θέσουμε την εντιμότητα απέναντι στον εαυτό μας ως μια ισχυρή βάση για τα επόμενα βήματα.

Λάρκος Λάρκου