Ελλάδα, Τουρκία και στη μέση…ΑΟΖ

Η Ελλάδα σε ρηματική διακοίνωση προς τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ στις 21 Φεβρουαρίου θεωρεί ως «άκυρες» και «παράνομες» τις άδειες για έρευνες υδρογοναθράκων που εξέδωσε η Τουρκία τον Απρίλιο του 2012 προς την Κρατική Εταιρεία Πετρελαίου. Σύμφωνα με το ΒΗΜΑ, τα βασικά σημεία της ρηματικής διακοίνωσης είναι τα εξής:

«1. Η Ελλάδα τονίζει ότι «όλα τα ελληνικά νησιά, συμπεριλαμβανομένης της Ρόδου και του νησιωτικού συμπλέγματος του Καστελορίζου απολαμβάνουν, πέραν της αιγιαλίτιδας ζώνης τους, θαλάσσιες ζώνες όπως κάθε άλλη εδαφική περιοχή». Αυτό θεμελιώνεται στο άρθρο 121(2) της Σύμβασης του 1982 και στη διεθνή νομολογία.

  1. O ισχυρισμός της Τουρκίας ότι οι περιοχές που καθορίζονται στις αποφάσεις του υπουργικού συμβουλίου που δημοσιεύθηκαν στις 27 Απριλίου 2012 «βρίσκονται πλήρως εντός της τουρκικής υφαλοκρηπίδας» είναι «απολύτως αστήρικτες».
  1. Η Ελλάδα «ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα ab initio και ipso facto για την εξερεύνηση στην υφαλοκρηπίδα και για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων. Αυτά τα δικαιώματα δεν θίγονται από μονομερείς πράξεις και δράσεις της Τουρκίας, όπως η χορήγηση αδειών στην ΤΡΑΟ, η οποία αντιβαίνει στο Διεθνές Δίκαιο και κατά συνέπεια δεν φέρουν νομικές συνέπειες».
  1. «Tα εξωτερικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας καθορίζονται σαφώς από το Άρθρο 2(1) του νόμου 2289/1995, όπως αυτός τροποποιήθηκε από τον νόμο 4001/2011».

Όπως προβλέπει ο τελευταίος στο Άρθρο 156(1), «ως “υποθαλάσσιες περιοχές” νοούνται ο βυθός και το υπέδαφος των εσωτερικών υδάτων, της αιγιαλίτιδας ζώνης, της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (αφ’ ης κηρυχθεί) μέχρι την απόσταση των 200 ν.μ από τις γραμμές βάσης από τις οποίες μετράται το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης. Ελλείψει συμφωνίας οριοθέτησης με γειτονικά κράτη των οποίων οι ακτές είναι παρακείμενες ή αντικείμενες με τις ελληνικές ακτές, το εξωτερικό όριο της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (αφ’ ης κηρυχθεί) είναι η μέση γραμμή, κάθε σημείο της οποίας απέχει ίση απόσταση από τα εγγύτερα σημεία των γραμμών βάσης (τόσο ηπειρωτικών όσο και νησιωτικών) από τις οποίες μετράται το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης».

Την επομένη ημέρα το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία, μεταξύ άλλων,  σημειώνονται και τα εξής:

«Οι ισχυρισμοί της Ελλάδας, όπως καταγράφηκαν προς τα Ηνωμένα Εθνη, δεν έχουν κάποια βάση στο Διεθνές Δίκαιο. Η Τουρκία θα απαντήσει αναλόγως στην Αθήνα σε ό,τι αφορά την επίδοση της ρηματικής διακοίνωσης στον ΟΗΕ για την προκήρυξη οικοπέδων προς έρευνα υδρογονανθράκων από την τουρκική κυβέρνηση. Αυτή τη φορά θα πραγματοποιηθούν ανάλογα βήματα από πλευράς μας και στο επίπεδο των Ηνωμένων Εθνών». Κατά την Άγκυρα, οι άδειες που έδωσε από το 2007 μέχρι τώρα στην κρατική εταιρεία πετρελαίου (ΤΡΑΟ) είναι «εντός των ορίων της τουρκικής υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο και υπάρχουν κυριαρχικά δικαιώματα της Τουρκίας για έρευνα και εξόρυξη φυσικών πηγών στους τομείς αυτούς. Η Τουρκία θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί τα δικαιώματά της αυτά που πηγάζουν από το Διεθνές Δίκαιο. Η Τουρκία δηλώνει ότι «θα συνεχιστεί η συμπεριφορά μας για τη συνέχιση της ανάπτυξης των σχέσεών μας με την Ελλάδα και το να επωφελούμαστε από τους διαύλους διαλόγου που δημιουργήθηκαν με σκοπό την επίλυση των προβλημάτων».

Η εξέλιξη αυτή ήταν η αναμενόμενη. Η Ελλάδα έκανε ένα βήμα, η Τουρκία επίσης έκανε το δικό της και τελικά το θέμα βρίσκεται σε αδιέξοδο καθώς η οριοθέτηση ΑΟΖ ανάμεσα σε παράκτια κράτη αφορά διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες. Δεν θεωρώ ότι η Αθήνα κέρδισε κάτι από την αποστολή της ρηματικής διακοίνωσης στον ΟΗΕ, καθώς αυτό δεν διαθέτει κάποια πρακτική αξία, μάλλον θα περιπλέψει τους χειρισμούς της στο μέλλον. Η διπλωματία που δεν συνοδεύεται από ουσιώδη γνώση του περιβάλλοντος προφανώς οδηγήσει σε μια επανάληψη της υπόθεσης με την υφαλοκρηπίδα στο βυθό του Αιγαίου ή μια ανάποδη ανάγνωση του σκοπιανού. Η Ελλάδα ζητούσε από την εποχή του παλαιού Καραμανλή από κοινού προσφυγή Ελλάδας-Τουρκίας στο Δ. Δ. της Χάγης για οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.  Η κυβέρνηση του επόμενου Καραμανλή τον Δεκέμβριο του 2004 ανέτρεψε τη ουσιώδη συμφωνία των κυβερνήσεων Σημίτη-Ερτογάν το 2003 για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης κάτω από την εποπτεία της ΕΕ, για προφανείς μικροκομματικούς εσωτερικούς υπολογισμούς όπως ακριβώς έκανε και στο κυπριακό. Σήμερα δεν βλέπω πως θα προχωρήσει το θέμα της ΑΟΖ και πώς θα τύχει αξιοποίησης η διακοίνωση της 21ης Φεβρουαρίου, αν δεν επανέλθει στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας του διαλόγου κορυφής Ελλάδας-Τουρκίας το ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας.

Η Ελλάδας έχει κάθε συμφέρον να προωθήσει αυτό το θέμα για να μπορέσει πραγματικά να ελευθερώσει ισχυρές δυνάμεις ανάπτυξης με έρευνες για υδρογονάνθρακες και πετρέλαιο σε όλο το εύρος των δικαιωμάτων της σε διπλό επίπεδο -οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και κατ’ επέκταση οριοθέτηση και ΑΟΖ στο ίδιο ή σε επόμενο στάδιο. Δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, όπως βεβαιώνουν και άλλες ανάλογες περιπτώσεις διεθνώς, κυρίως στη Νότια Θάλασσα της Κίνας. Μια σύγκλιση απαιτεί προσπάθειες, χρόνο, συνεννοήσεις, συμφωνίες, διεθνή υποστήριξη. Αλλά είναι προτιμότερη αυτή η προσπάθεια παρά να επιλέγεις την αποστολή διακοινώσεων στον ΟΗΕ οι οποίες στο τέλος της ημέρας αφήνουν αναξιοποίητα για πολλά χρόνια, πιθανώς τεράστια αποθέματα φυσικού πλούτου στο βυθό. Το να προτιμά κανείς διακοινώσεις προς τέρψιν της εσωτερικής ρητορείας, δεν αποτελεί και μια πραγματική μέθοδο για να θέσεις μια ισχυρή αναπτυξιακή πολιτική σε νέα βάση.