Ένας Τραμπ απο τσάϊ

Αυτά που συμβαίνουν στις αμερικάνικες προεδρικές εκλογές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως απίστευτα, αν δεν αφορούσαν μιαν ευρύτερη αλλαγή πολιτικού κλίματος, κυρίως στην Ευρώπη και την Αμερική. Έτσι μπήκε στο προσκήνιο ο Ν. Τράμπ, μια απίθανη υποψηφιότητα που εμπορεύεται την αντιμεταναστευτική φοβία, την αντιισλαμική υστερία, υποσχόμενος την εύκολη ανάπτυξη επειδή «αυτός ξέρει». Η υποψηφιότητα Τράμπ, είναι η καλύτερη απόδειξη ότι οι ψηφοφόροι στο Ρεπουπλικανικό Κόμμα μετακινήθηκαν προς τα άκρα. Η ρητορία του για τους μετανάστες, η απαγόρευση εισόδου στους μουσουλμάνους, καθώς και η πρότασή του για ανέγερση τείχους στα σύνορα με το Μεξικό, δείχνουν ότι ένα μέρος της εκλογικής βάσης στις ΗΠΑ σκέφτεται πλέον με έναν τρόπο πολύ διαφορετικό από εκείνον που, συχνά, περιγράφει για την ταυτότητα των ΗΠΑ ο Μ. Ομπάμα, οι ΗΠΑ, χώρα μεταναστών.

Ο Τράμπ, δεν είναι η αιτία, είναι το σύμπτωμα της στροφής των Ρεπουπλικάνων στην ακραία ιδεολογία της απόρριψης, βασισμένης στην ηγετικότητα των λευκών και της περιφρόνησης απέναντι σε κάθε άλλο πολιτιστικό υπόστρωμα που έλαβε μέρος στην οικοδόμηση της Αμερικής για αιώνες. Ο λόγος του Τράμπ συνιστά την ακραία εκδοχή του κινήματος του «Τσαγιού», αλλά αυτή την φορά με τις ευλογίες του κατεστημένου στο χώρο των Ρεπουπλικάνων. Προηγήθηκε η καταιγιστική εμφάνιση του Τράμπ, η ήττα κλασσικών Ρεπουπλικάνων υποψηφίων από την δημαγωγική του ικανότητα και την αίγλη που του προσέδιδε η εικόνα του αυτοδημιούργητου, επιτυχημένου επιχειρηματία, άρα μια επιθετική εκδοχή του αμερικάνικου ονείρου. Οι ηγέτες των Ρεπουπλικάνων πίστεψαν ότι αυτή η ορμητική εμφάνιση θα μπορούσε να αλλάξει τους συσχετισμούς σε βάρος των Δημοκρατικών. Έκαναν λάθος εκτίμηση, πιθανώς τώρα να το έχουν μετανιώσει, αλλά πλέον είναι πολύ αργά.

Η χλωμή εκλογική παρουσία της Χ. Κλίντον επέτρεψε στον Τράμπ να επιβάλει τη δική του αρνητική ατζέντα στο σύνολο της εκστρατείας-συζητήσεις πάνω σε επιμέρους ζητήματα που επέβαλαν τον Τράμπ ως κεντρικό παίκτη στο δημόσιο διάλογο. Δεν είναι δύσκολο να κάνει κάποιος τις συγκρίσεις για τους δύο Δημοκρατικούς πολιτικούς. Ο Μ. Ομπάμα ως υποψήφιος επέβαλε την ατζεντα του, δημιούργησε μια κινητικότητα για την ανάπτυξη, την υγεία, τις σχέσεις με τις γειτονικές χώρες. Η Χ. Κλίντον μη έχοντας μια πολιτική κατεύθυνση υψηλού επιπέδου, όπως ο Ομπάμα, επιβίωσε ικανοποιητικά από την πολύ λανθασμένη διαχείριση που έκανε με τα e-mails και στο τέλος παγιδεύτηκε στην ατζέντα του Τραμπ με συνεχή σχόλια πάνω στις υπερβολές του, και με καταφυγή στην σκανδαλολογία για να βγει ξανά μπροστά στις δημοσκοπήσεις. Παγιδεύτηκε γιατί δεν ήταν Ομπάμα και γιατί δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει υλικό από τις ιδέες Σαντέρ. Ο δεύτερος παρουσίασε μια διαφορετική ατζέντα, δεν κατάφερε μεν να μπει στο κέντρο των εξελίξεων, ωστόσο, με τις ιδέες του κινητοποίησε τη νέα γενιά, και, αυτό, ίσως να βοηθήσει τις επόμενες επιλογές ή τις επόμενες προτάσεις των Δημοκρατικών.

Σήμερα, πιθανώς όλα να ήταν κλειστά αν ο Τ. Μπάϊντεν τολμούσε περισσότερο και δεν ακροβατούσε πάνω σε δημοσκοπικά ευρύτητα της τότε στιγμής, όταν η Χ. Κλίντον εμφανιζόταν ως μακράν η βέβαια υποψήφια για την νίκη. Η ανάκαμψη στα ποσοστά του Τράμπ, η σχεδόν ισοπαλία πριν ένα μήνα, έδειξε την αστάθεια των πραγμάτων και την αδυναμία του συστήμαματος των δημοσκοπήσεων να δουν πέραν από τη φωτογραφία μιας στιγμής.

Σήμερα, τα δεδομένα λένε ότι πολλοί συσπειρώνονται γύρω από την Κλίντον ακριβώς για να πούνε «όχι στον Τράμπ», να εμποδίσουν δηλαδή έναν απίστευτο, αυτοδημιούργητο ακροβάτη από μια ενδεχόμενη νίκη. Αυτό το στοιχείο δίνει έναν αγχωτικό προβάδισμα στην Χ. Κλίντον, ένα προβάδισμα το οποίο η ίδια δεν μπορεί να διευρύνει γιατι δεν έχει κάτι σημαντικό να πει και να το αναδείξει ως το κύριο στοιχείο της εκλογικής της ταυτότητας. Συντηρεί, ωστόσο, την γραμμή των Δημοκρατικών πάνω σε θέσεις που ανέπτυξε ο Μ. Ομπάμα, όπως η διατήρηση της πολιτικής γύρω από το σύστημα υγείας, το μεταναστευτικό, την εκπαίδευση, την εξωτερική πολιτική, την συνέχεια στη θέση για λύση «δύο κρατών» στο μεσανατολικό, και τη συνέχιση του ανοίγματος στην Κούβα των Κάστρο.

Η τρομοκρατία, η οικονομική κρίση, το προσφυγικό και η κόπωση από τις παραδοσιακές μορφές άσκησης εξουσίας, επέτρεψαν σε δημαγωγούς, όπως ο Τράμπ, να κερδίσουν έδαφος και να επιβαίνουν ενός δήθεν αντισυστημικού οχήματος με σκοπό την επιβολή μιας αντιδραστικής ατζέντας. Οι αμερικανοί ψηφοφόροι θα πουν τον τελικό λόγο στις 8 Νοεμβρίου. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που βλέπουμε δεν έχει ποιοτική σχέση με την άσκηση της εξουσίας από τον Μ. Ομπάμα. Το επίπεδο έχει κατέβει και ο Ομπάμα κάνει ότι περνά από το χέρι του για να νικήσει η Κλίντον και για να μην υλοποιήσει τις απίστευτες επινοήσεις του ο Ν. Τραμπ.