Έρευνα και υστέρηση

Οι επιδόσεις της Κύπρου στον τομέα της έρευνας είναι πενιχρές. Στην ΕΕ ο μέσος όρος των επενδύσεων στον τομέα αυτό βρίσκεται στο 1.9% του ΑΕΠ. Η Κύπρος διαθέτει το 0.43% του ΑΕΠ για την έρευνα και την  καινοτομία και με 74 εκ. ευρώ  είμαστε στον πάτο! Η ΕΕ ζητά από τα μέλη της να διαθέτουν ως μέσο όρο το 1% του ΑΕΠ στην έρευνα. Το σώμα που ανέλαβε στη Λευκωσία την ευθύνη για να εφαρμόσει τις πολιτικές για την έρευνα, το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας (ΙΠΕ), πέρασε από πολλές φουρτούνες: εννιά  μήνες χωρίς ΔΣ, είκοσι μήνες χωρίς διευθυντή, ενώ στη Βουλή έγιναν καταγγελίες για κακοδιαχείρηση και ρουσφετολογικές πρακτικές.

Είναι ολοφάνερο ότι με αυτούς τους αριθμούς δεν πάμε πουθενά. Χρειάζεται να ξανασκεφθούμε τις προτεραιότητές μας. Η Κύπρος καταρτίζει κατά καιρούς προγράμματα και εξαγγέλλει φιλοδοξίες όπως λ.χ. το να καταστεί περιφερειακό κέντρο εκπαίδευσης ή υγείας. Τίποτα από αυτά δεν μπορεί να σχεδιαστεί σωστά αν στον κρίσιμο τομέα της έρευνας και της καινοτομίας εμφανίζουμε την εικόνα που οι αριθμοί βεβαιώνουν. Ποια χώρα μπορεί να θέσει μεγάλους στόχους όταν βρίσκεται στη θέση του ουραγού ανάμεσα στους 27;

Το θέμα είναι πολύ σημαντικό και η αλλαγή πρακτικής αφορά την πολιτική θέληση της κυβέρνησης να δώσει νέα ώθηση στο ΙΠΕ και στα άλλα ερευνητικά ιδρύματα της νήσου. Πρώτο θέμα είναι οι επενδύσεις και η αύξησή τους τουλάχιστον στον αριθμό που ζητά η ΕΕ. Δεύτερο θέμα είναι η ηγεσία στο ΙΠΕ: χρειάζεται ηγεσία που να διαθέτει την αναγκαία εξειδίκευση και κυρίως να έχει πλήρη αφοσίωση στο θέμα. Μόνο έτσι μπορούμε να πάμε μπροστά σε έναν τομέα που λόγω γεωγραφίας και εκπαιδευτικής πραγματικότητας, θα μπορούσε να γίνει σημαντικό έργο. Σήμερα διαθέτουμε ικανοποιητικό αριθμό πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, κολλέγια, εταιρίες που προωθούν ευρωπαϊκά προγράμματα στον ιδιωτικό τομέα,  ενώ η δημόσια υπηρεσία βρισκεται διαρκώς μπροστά σε προκλήσεις ενδιαφέροντος μαζί με άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ.

Κλειδί παραμένει η αλλαγή στο ΙΠΕ: η κυβέρνηση να κατανοήσει την πραγματική σημασία του ως φορέα πολιτικής για την ανάπτυξη και να το καταστήσει «ναυαρχίδα» της κυπριακής πολιτικής για την έρευνα και την καινοτομία. Άλλες χώρες τρέχουν καλύτερα από εμάς και απορροφούν ευρωπαϊκά κονδύλια τα οποία οι απρόθυμοι ή οι αργοπορημένοι, δεν είναι σε θέση να κάνουν. Έτσι η ζημιά γίνεται διπλή: η ακινησία πληρώνται με δική μας αναπτυξιακή υστέρηση και πρόοδο άλλων χωρών, εκείνων που θέλουν και μπορούν  να αξιοποιήσουν πιο αποτελεσματικά την ιδιότητα του μέλους της ΕΕ.