Ερωτήματα ή προσχήματα;

Οι προτάσεις που παρέδωσε ο τ/κ ηγέτης Μ. Α. Ταλάτ στον αντιπρόσωπο του ΓΓ του ΟΗΕ στην Κύπρο Α. Ντάουνερ (7/1/10) και στη συνέχεια στον πρόεδρο Χριστόφια δεν μπορεί να θεωρηθούν ως θετική εξέλιξη. Οι προτάσεις ως σύνολο προωθούν χωριστικές διαθέσεις, είναι βασισμένες στην καχυποψία και στον «κοινοτισμό». Το παράδειγμα του κεφαλαίου για την  εκτελεστική εξουσίας είναι πολύ χαρακτηριστικό:

Αναφέρεται-σύμφωνα με την εφημερίδα «Πολίτης», ρεπορτάζ Λ. Αδειλίνης, (8/10)- ότι η τ/κ πλευρά αποδέχεται την πρόταση Χριστόφια για εκ περιτροπής προεδρία και εκλογή προέδρου και αντιπροέδρου με ταυτόχρονη ψηφοφορία και στις δύο «συνιστώσες πολιτείες». Αποδέχεται επίσης ότι η ε/κ ψήφος θα πρέπει να σταθμίζεται στο 20% σε ότι αφορά την εκλογή του Τ/Κ υποψηφίου. Προτείνει, όμως, στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση μετά τη λύση το ποσοστό αυτό να περιοριστεί στο 10%. Αυτή η θετική προσέγγιση της τ/κ πλευράς στο θέμα αυτό διασπάται στη συνέχεια και περιπλέκει την όλη διαδικασία. Διατυπώνονται νέες θέσεις σε παλαιές συσκευασίες ως εξής: «πρόεδρος και αντιπρόεδρος θα εναλλάσσονται σε χρονική αναλογία 3:2. Δηλαδή, ο Ε/Κ θα είναι πρόεδρος για 3 χρόνια και ο Τ/Κ για 2. Η πρόταση Χριστόφια είναι 4:2. Το Υπουργικό Συμβούλιο να είναι 12μελές με 7 Ε/Κ και 5 Τ/Κ υπουργούς (6:3 η πρόταση Χριστόφια). Οι Υπουργοί δεν μπορεί να προέρχονται από την ίδια κοινότητα στα υπουργεία Εξωτερικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Οικονομίας και Εσωτερικών, Φυσικών Πόρων και Μεταφορών. Οι αποφάσεις του Υπουργικού θα λαμβάνονται μόνο με ταυτόχρονη σύμφωνη γνώμη προέδρου και αντιπροέδρου».

Στις διεθνείς σχέσεις οι τ/κ προτάσεις πάνε βήματα πίσω: «ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος θα μπορούν να καταγγέλλουν στο Συνταγματικό Δικαστήριο διεθνείς συμφωνίες των κρατιδίων που παραβιάζουν άρθρα του Συντάγματος. Η κεντρική κυβέρνηση θα μπορεί να αποφασίζει για εξωτερικά θέματα που άπτονται αρμοδιοτήτων των κρατιδίων μόνο με τη σύμφωνη γνώμη τους, όπως επίσης κι ότι τα κρατίδια θα πρέπει να έχουν λόγο σε ομοσπονδιακές αποφάσεις που επηρεάζουν τις αρμοδιότητές τους». Στη διοίκηση προτείνεται η αναλογία 4:3 και λήψη αποφάσεων με τη σύμφωνη γνώμη τουλάχιστον 2 εκπροσώπων των διαφορετικών πολιτειών στους ακόλουθους οργανισμούς: Την Ανεξάρτητη Αρχή για τη Ρύθμιση και την Εποπτεία του Οικονομικού Τομέα, την Επιτροπή Ανταγωνισμού, την Αρχή για την εποπτεία Ιδιωτικών Ταμείων Προνοίας, τα Ανεξάρτητα Εποπτικά Όργανα για τους Θεσμούς Ασφαλειών και Κεφαλαιαγοράς και Το Συμβούλιο Μακροοικονομικής Σταθερότητας.

Οι προτάσεις αυτές στο σύνολό τους και ως πολιτική κατεύθυνση δεν βοηθούν τη διαπραγματευτική διαδικασία. Το βασικό ερώτημα είναι να απαντηθεί το ζήτημα γιατί αυτές οι προτάσεις και γιατί τώρα. Πιθανώς να είναι ένα «πακέτο κινήσεων» που -κατά τις εκτιμήσεις της Άγκυρας-  θα βοηθήσει εκλογικά τον Μ. Α. Ταλάτ και την προσπάθειά του να επανεκλεγεί στην ηγεσία των τ/κ. Είναι πιθανό, επίσης,  να είναι προτάσεις διαπραγματευτικής τακτικής, προτάσεις ακραίες που θα πάνε στο τραπέζι για πάρε-δώσε. Η βάση της συλλογιστικής αυτής, εάν είναι βάσιμη, στην πράξη δεν είναι παραγωγική. Η μέση λύση δεν θα παράξει καλή ισορροπία -μάλλον θα οδηγήσει σε νέες προτάσεις και αντιπροτάσεις και ο κύκλος του αδιεξόδου θα συνεχιστεί. Κατά άλλη εκδοχή αυτές οι προτάσεις αποτελούν μέρος μιας πιο αρνητικής προσέγγισης της Άγκυρας στο κυπριακό. Δεν μπορεί να αποκλειστεί αυτό το ενδεχόμενο: η Τουρκία αισθάνεται πιο «άνετη» στο κυπριακό γιατί αξιοποίησε με επιτυχία λάθη της ε/κ ηγεσίας, οι πιέσεις για την επίλυση δεν είναι ίδιες με το παρελθόν, ενώ εντωμεταξύ έχει βελτιώσει την εικόνα της στο διεθνές πεδίο.

Οι ευρωτουρκικές σχέσεις είναι γεμάτες αβεβαιότητες -σε σχέση με τις 3 Οκτωβρίου 2005- και αυτές δημιουργούν ειδικές παρενέργειες στο κυπριακό. Οι εξελίξεις του περασμένου Δεκεμβρίου είναι πιθανό να έχουν οδηγήσει τα πράγματα σε αναπροσαρμογή τακτικής. Το ουσιώδες ζήτημα είναι εάν μπορεί να κινηθεί ο κυπριακό με ταυτόχρονη ακινησία στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Είναι -κατά την άποψή μου- εξαιρετικά δύσκολο να συμβεί αυτό. Συνεπώς αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι να στηθεί στα σοβαρά ένα νέο μομένουμ στα ευρωτουρκικά, που να μπορεί να στηρίξει αποφασιστικά τις διακοινοτικές συνομιλίες με την πλήρη συμμετοχή της ΕΕ σε αυτές. Δεν έχει συμβεί ως τώρα γιατί ο πρόεδρος Χριστόφιας δεν  αξιοποίησε κατά τρόπο συστηματικό το πλεονέκτημα αυτό. Από καιρό ορισμένα κεφάλαια θα μπορούσαν να «κλείσουν» σε διαβούλευση ανάμεσα στη Λευκωσία και τις Βρυξέλλες. Για παράδειγμα οι ευρωπαϊκές εγγυήσεις σε μια πιθανή λύση μπορούσαν να συμφωνηθούν με τις Βρυξέλλες. Προκρίθηκε η πολιτική της «μονομερούς δικαίωσης» όπως βεβαιώνει η μονομερής δήλωση της Κύπρου στο Συμβούλιο Υπουργών. Η Ελλάδα δεν ψήφισε τη θέση της Κύπρου, οι 26 είπαν άλλα. Δεν προκρίθηκε η πολιτική που καθιστά σε ουσιώδη θέματα την ΕΕ καταλύτη της λύσης. Σήμερα που όλα γίνονται πιο πολύπλοκα χρειάζεται να  σκεφθούμε διαφορετικά γιατί όλα έχουν γίνει πιο πολύπλοκα και πιο δυσκίνητα. Χάθηκε πολύτιμος χρόνος. Χρειάζεται να αναζωογονηθεί η διαπραγματευτική διαδικασία. Η Κύπρος έχει κάθε συμφέρον να πάρει πρωτοβουλίες και να δουλέψει με νέους όρους. Η «στενή» διαπραγμάτευση στη Λευκωσία αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες. Χρειάζεται να αλλάξουμε το πλαίσιό της.