Γιατί φτάσαμε στο γκρεμμό;

Οι συζητήσεις με την τρόικα παραμένουν στο πιο κρίσιμο σημείο τους και ως εκ τούτου προδιαγράφεται ένας επώδυνος συμβιβασμός. Ταυτόχρονα, σε μια κοινωνία που ζει σε καθεστώς πανικού, κρίσιμο προβάλλεται το ερώτημα. Κατάλαβε το βαθύ κομματικό σύστημα της Κύπρου γιατί φτάσαμε στο ναδίρ; Υπάρχει κάποιο κόμμα που θα αναλάβει ένα μέρος της ευθύνης για το οδυνηρό σήμερα; Υπάρχει κάποια ανακοίνωση, ή κυρίως μια άλλη πρακτική που να δείχνει, έστω, ότι «πήραμε κάποιο μήνυμα;». Στην πραγματικότητα καθώς το ένα σοκ διαδέχεται το άλλο στις συζητήσεις κυβέρνησης-τρόικας, το πολιτικό σύστημα παραμένει κυριολεκτικά εμβρόντητο, σχολιάζει την επικαιρότητα με διάφορες ανακοινώσεις όπως θα έκανε ένας καλός δημοσιογράφος. Ωστόσο, είναι επιτακτική ανάγκη να συζητήσουμε αυτό το θέμα, όχι για να μείνουμε καθηλωμένοι σε κάτι που συμβαίνει, αλλά γιατί έτσι θα ερμηνεύσουμε το γιατί συμβαίνει έτσι, γιατί χρειάζεται να αλλάξουμε και γιατί δεν πρέπει με τίποτε να ζήσει ο λαός μας κάτι ανάλογο στο μέλλον.

Κύριο χαρακτηριστικό του τρόπου άσκησης της εξουσίας ήταν η κατάληψη του κράτους από το εκάστοτε κόμμα, η απλόχερη διανομή λαφύρων ως μιας παγιωμένης συνήθειας (προσλήψεις, μεταθέσεις, προαγωγές), της ταύτισης κράτους-κόμματος, τις διεκδικήσεις διαφόρων ομάδων από το κόμμα-κράτος, εκλογικοί μηχανισμοί βασισμένοι στην ικανοποίηση  αιτημάτων με στόχο την ενίσχυση των κάθε φορά κομμάτων εξουσίας. Το συντεχνιακό φαινόμενο κυριάρχησε: κράτος, κόμματα, συντεχνίες αντί να διαχωρίζονται και να ενισχύουν την αυτονομία τους, μπλέκτηκαν σε μια ατέλειωτη συνεργασία για να προωθούν επιμέρους συντεχνιακά αιτήματα, αυξήσεις, χαριστικές παροχές, επιδοτήσεις, επιδόματα, χαλαρώσεις. Οι αυξήσεις συχνά δίνονταν με βάση κομματικούς ή συντεχνιακούς συσχετισμούς χωρίς να εντάσσονται σε κάποια στρατηγική ή σε κάποια ορθολογικά κριτήρια. Κριτήριο ήταν «το δίκαιο του μέλους». Έτσι, σήμερα, δύσκολα μπορεί κανείς μπορεί να παρακολουθήσει την τεράστια απόσταση σε μισθούς μέσα σε διάφορες βαθμίδες στο δημόσιο τομέα, την χαμηλή παραγωγικότητα, την ανορθολογική κατανομή ανθρώπινου δυναμικού, την πλήρη αντίθεση των συντεχνιών ή των κομμάτων για μετατάξεις, ή εξορθολογισμό δαπανών, την πλήρη αντίθεση στη μείωση του κόστους που προκάλεσε η πελατειακή πρακτική δεκαετιών που οι ίδιοι προώθησαν και εφάρμοσαν με προφανή κριτήρια την ενδυνάμωση των κομματικών ποσοστών. Ο λαϊκισμός και η πανίσχυση συντεχνιακή παρέμβαση, δυστυχώς για την Κύπρο, έφεραν την οικονομία στο ναδίρ και απέδειξαν ότι «κυπριακό θαύμα» δεν υπήρχε. Για δεκαετίες κρύβαμε επιδέξια διαρθρωτικές αδυναμίες και  την απουσία μιας αναπτυξιακής στρατηγικής, καθώς αξιοποιήσαμε θαυμάσια πολιτικές συμπτώσεις στην περιοχή μας που προσέφεραν πρόσκαιρες λύσεις στα προβλήματα.

Σήμερα είναι επιτακτική ανάγκη να αλλάξουμε την ανάλυσή μας. Το κράτος-παροχών δεν υφίσταται και το μνημόνιο με την τρόικα είναι η «πεμπτουσία» μιας ήττας στρατηγικής του κράτους παροχών, των πελατειακών πρακτικών και του κόμματος-γραφείου εξευρέσεως εργασίας. Η λύση απέναντι σε αυτό το αδιέξοδο, είναι το κοινωνικό κράτος, που έχει ως στόχο τη μείωση των ανισοτήτων, ενός κράτος που θα έχει τα οικονομικά μέσα να προωθήσει την ανάπτυξη χωρίς να στοιβάζει ελλείμματα, την ίδια στιγμή που θα μειώνει τη γραφειοκρατία και θα ενισχύει την επιχειρηματικότητα με την οργάνωση μιας κοινωνίας αλληλεγγύης. Το κράτος που θα θέτει τους κανόνες και θα ενισχύσει την ιδιωτική πρωτοβουλία παρέχοντας το πλαίσιο για αναπτυξιακές πολιτικές. Έτσι θα καταπολεμά τις αιτίες που μας έφεραν στον οικονομικό γκρεμό, προλαβαίνοντας τις στρεβλώσεις, διορθώνοντας τις ανισότητες και οργανώνοντας μια νέα κοινωνική συμφωνία στηριγμένη στις αρχές που διέπουν οι όροι ανάπτυξης και λειτουργίας της αγοράς μέσα στην ευρωπαϊκή πρακτική και ταυτόχρονα θέτοντας τους όρους διανομής των πόρων. Στόχος μιας εκσυγχρονιστικής πολιτικής είναι οι μεταρρθμίσεις με κοινωνική υποστήριξη, η οικοδόμηνη ενός διαφορετικού ρεύματος ιδεών που θα υιοθετήσει ως κυρίαρχη άποψη το κοινωνικό κράτος που θα ενισχύει την ανάπτυξη και την αλληλεγγύη.