Γιατί νίκησε ο Ερτογάν;

Η νίκη του Κόμματος Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης (ΚΑΔ) στις εκλογές στην Τουρκία την 1η Νοεμβρίου με ποσοστό κοντά στο 50%, αποτελεί αντικείμενο συζητήσεων σε πολλά επίπεδα. Το ΚΑΔ νικά από το 2002 σε όλες τις αναμετρήσεις. Γιατί συμβαίνει αυτό; Το ερώτημα απλό, η απάντηση ιδιαίτερα σύνθετη:

Α. Το ΚΑΔ έπεσε στο 41% στις 7 Ιουνίου. Έχασε τη δυνατότητα να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Οι διαβουλεύσεις που ακολούθησαν έδειξαν ότι τα άλλα κόμματα δεν είχαν στρατηγική εξουσίας! Εγκλωβισμένα στην αντιπολιτευτική τακτική τους, δεν ήταν σε θέση να κατανοήσουν ότι δεν είναι αρκετό να πείσεις την πλειοψηφία σχετικά με τις αδύναμες πλευρές της εξουσίας του ΚΑΔ και του Ερτογάν, αλλά να πείσεις ότι μπορείς να τα καταφέρεις καλύτερα! Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, κυρίως το Ρεπουπλικανικό Λαϊκό, ούτε μπήκε στον κόπο να ασχοληθεί με το θεμελιώδες ερώτημα -πώς και με ποιους μπορεί να κυβερνηθεί μια χώρα-, ασχολούμενο με τον όγκο του νέου προεδρικού μεγάρου στην Άγκυρα και την άρνηση του προέδρου του να μεταβεί εκεί για επαφές!

Β. Η τουρκική οικονομία, σε ένα περιβάλλον αστάθειας και κρίσεων, κινείται καλύτερα από πολλές άλλες χώρες, και είναι αυτή η κατάσταση που δίνει την κινητήρια ισχύ στο ΚΑΔ. Οι τούρκοι ψηφοφόροι ψήφισαν να μην ρισκάρουν τα οικονομική κεκτημένα της διακυβέρνησης ΚΑΔ, ψήφισαν εναντίον όσων ασκούν κριτική, αλλά δεν έχουν εμπειρία κυβερνησιμότητας και, ως εκ τούτου, δεν έχουν στελέχη να αντικαταστήσουν το συμπαγές λόμπυ των στελεχών του κυβερνώντος κόμματος στο οικονομικό πεδίο κάτω από την εποπτεία του Αλί Μπαμπατζιάν.

Γ. Το ζήτημα των προσώπων παίζει καθοριστικό ρόλο στις πολιτικές ζυμώσεις. Ο ηγέτης του ΡΛΚ Α. Κιλιντσάρογλου ζει κάτω από τον αστερισμό της αντι-Ερτογάν καταγγελίας, κινείται στους ρυθμούς που καθορίζει το ΚΑΔ, πολιτικός με χαρακτηριστκά της δεκαετίας του 90, μη ελκυστική προσωπικότητα στη νέα γενιά, διάσημος looser. Ο Ν. Μπαχτσελί του Εθνικιστικού Κόμματος εγκλωβίστηκε στην πολιτική του «όχι σε όλα», χωρίς συμμαχίες, άρα χωρίς προοπτική συμμετοχής σε κυβέρνηση συνασπισμού. Σπουδαίο το θέμα με το φιλοκουρδικό Δημοκρατικό Λαϊκό Κόμμα: έλαβε το σημαντικό 13% στις 7 Ιουνίου, έσπασε το φράγμα του 10%, έβαλε το ζήτημα των δικαιωμάτων των κούρδων σε υψηλότερη βάση και με το 13% κατόρθωσε να διευρύνει τον κύκλο των κατακτήσεων γύρω από τα πολιτικά δικαιώματα στη σύγχρονη Τουρκία. Αυτό δεν ήταν επαρκές για τη συνέχεια γιατί στο κρίσιμο ερώτημα «πώς θα κυβερνηθεί μια χώρα» έδειξε ότι δεν μπορούσε να αναδειχθεί σε εθνική δύναμη συνθέσεων για όλη την Τουρκία. Στην ουσία «ψήφισε» να παραμείνει μια επιμέρους δύναμη διεκδικήσεων για τους κούρδους. Ο Σ. Ντεμίρτας διαθέτει φωτογένεια, είναι ελκυστικός στη νέα γενιά, έβαλε το κουρδικό σε μεγαλύτερο κάδρο, αλλά στο ερωτήματα που έθεσε η κάλπη στις 7 Ιουνίου απέδειξε ότι δεν διαθέτει τη στόφα του «εθνικού παίκτη». Δεν θέλησε να παίξει στο χωρίς χορτοτάτητα γήπεδο της τουρκικής πολιτικής ζωής, και έτσι έχασε από τον σκληροτράχηλο Ερτογάν χωρίς να δώσει πραγματική μάχη.

Δ. Το κουρδικό ζήτημα πήρε άλλες διαστάσεις μετά το ναυάγιο των συνομιλιών της τουρκικής κυβέρνησης με το ΕΚΚ και τον Α. Οτσαλάν. Οι χρονικές καθυστερήσεις που επέλεξε η τουρκική κυβέρνηση, καθώς και οι «παράλληλες εξουσίες» στις κουρδικές ομάδες, παρεμπόδισαν την ολοκλήρωση των συνομιλιών, οι οποίες υπονομεύονταν συνεχώς μέσα από την αμοιβαία έλλειψη εμπιστοσύνης. Το ζήτημα της επανέναρξης συνομιλιών ανάμεσα στις δύο πλευρές τίθεται πλέον μέσα σε ένα ακόμα πιο περίπλοκο περιβάλλον με πολλές αβεβαιότητες ως προς την εξεύρεση ενός δρόμου που να οδηγεί σε εκεχειρία. Το ΕΚΚ, τρεις μέρες μετά τις εκλογές, τερμάτισε τη μονομερή εκεχειρία που κήρυξε για να διευκολύνει την εκλογική διαδικασία και ο Τ. Ερτογάν δηλώνει ότι «τώρα δεν είναι ώρα για διάλογο» (4/11).

Ε. Η Τουρκία παραμένει μια χώρα στα δύο. Ένας στους δύο τούρκους ψήφισε ΚΑΔ. Οι αντικεμαλικές, οι καταπιεσμένες για πολλές δεκαετίες από τον κεμαλισμό, μετριοπαθείς σουννίτικες μάζες, βρήκαν στέγη και βγήκαν στο προσκήνιο επί ΚΑΔ, παραμένουν δίπλα στον Ερτογάν. Έτσι παρά τα μεγάλα κενά, τα λάθη, τις παραλείψεις και τις ανάποδες αξιολογήσεις που επιχειρεί στα ζητήματα της ελευθερίας της έκφρασης, τις σχέσεις του με τα συγκροτήματα τύπου, τις παρεμβάσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι αριθμοί της 1ης Νοεμβρίου δείχνουν ότι η μισή Τουρκία παραμένει σταθερός οπαδός του ΚΑΔ. Η πτώση του Ιούνη έδειξε ότι ένα σημαντικό μέρος των οπαδών του άρχισε να το εγκαταλείπει, διαφωνώντας με την πρόταση Ερτογάν για αλλαγή του συντάγματος για ισχυρό προεδρικό σύστημα, και, απορρίπτοντας τον ολοένα και μεγαλύτερο συγκεντρωτισμό στην άσκηση της εξουσίας από τον ίδιο. Η φθορά από την πολυετή διακυβέρνηση επηρέασε αισθητά το ΚΑΔ τις εκλογές του Ιούνη, αλλά αυτή η πτώση δεν είχε συνέχεια. Τα κενά του ΚΑΔ ήρθε να τα «αναπληρώσει» η αδιέξοδη πολιτική που ακολουθεί το ΕΚΚ- Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν. Η επανάληψη των πολεμικών επιχειρήσεων στην Α. Τουρκία, ο νέος κύκλος αίματος, δημιούργησε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Αυτη η εξέλιξη έφερε πίσω στο ΚΑΔ τους απογοητευμένους του Ιούνη, καθώς αυτοί οι ψηφοφόροι ζητούσαν πλέον διαφορετικά πράγματα, πέρα από την οικονομία και την καλύτερη λειτουργία των θεσμών. Ζητούσαν πυγμή, αποφασιστικότητα ως συνώνυμο της σταθερότητας για να αντιμετωπιστεί η νέα κατάσταση πραγμάτων. Η «καταστροφή» της ιδέας για συμμαχικές κυβερνήσεις οδήγησε στην επιστροφή 9% των οπαδών πίσω στο ΚΑΔ. Αποφάσισαν να ψηφίσουν συμπαγή κυβέρνηση, ικανή να λαμβάνει γρήγορες αποφάσεις σε έκτακτες συνθήκες.