Η Ε.Ε. στον πυρετό της αμφιβολίας

 Μια σειρά από λόγους έφεραν δυο αρνητικά αποτελέσματα στη διαδικασία επικύρωσης της Ευρωπαϊκής Συνταγματικής Συνθήκης στη Γαλλία και την Ολλανδία. Ένας μακρύς κατάλογος διαμορφώνει τις αιτίες της απόρριψης του:

–         απορίες για την απώλεια της εθνικής ταυτότητας ή και της εθνικής κυριαρχίας προς όφελος των Βρυξελλών.

–         Αποδοκιμασία πλευρών της ευρωπαικής «διακυβέρνησης»(ανεργία, αλλαγή στις εργασιακές σχέσεις, συνθήκες απασχόλησης)

–         Κριτική σε πλευρές του ευρωπαϊκού οικοδομήματος (απόμακρη ΕΕ, σε απόσταση από τους πολίτες, ανησυχίες για τον «επεκτατισμό» των Βρυξελλών σε όψεις της καθημερινής ζωής των πολιτών, σκληρή γραφειοκρατία που αποκτά διαρκώς και μεγαλύτερη ισχύ).

–         Επιφυλάξεις για την πορεία διεύρυνσης της Ε.Ε. με ειδική αποδοκιμασία στην μελλοντική πορεία ένταξης της Τουρκίας.

Οι αρνήσεις στη Γαλλία και την Ολλανδία συνιστούν, κατά την άποψή μου,

ένα δημιουργικό σοκ στην πορεία του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Οι πολίτες – έστω, με διαφορετικές αφετηρίες ή στοχεύσεις – είπαν δημόσια και επίμονα κάτι πολύ συγκεκριμένο.

            «Είμαστε και εμείς εδώ, ακούστε τις ανησυχίες, τις απορίες, τις ενστάσεις μας… θέλουμε μια καλύτερη συνεννόηση!»

            Συνεπώς η πραγματικότητα έχει μια διαλεκτική ερμηνεία: οι πολιτικές ελίτ παίρνουν τις αποφάσεις, αλλά η ζωντανή πραγματικότητα απαιτεί μια διαφορετική διαχείριση. Πιθανώς πιο μικρά βήματα, καλύτερη συνεννόηση με τις κοινωνικές τάξεις – ιδιαίτερα αυτές που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των επιπτώσεων από τις αλλαγές – αγρότες, μισθωτοί εργάτες, μικρομεσαίοι επιχειρηματίες .

            Στο στρατηγικό επίπεδο οι σημερινές εξελίξεις ευνοούν τις δυνάμεις που θέλουν την Ευρώπη χώρο για μια «ανοικτή αγορά» – Λονδίνο, κυρίως – και ασφαλώς προκαλούν ικανοποίηση στο αντιευρωπαϊκό μπλοκ που συνιστά ο άξονας Ουάσιγκτον – Λονδίνου. Μέσω του Ευρωπαϊκού Συντάγματος η ΕΕ κάνει για πρώτη φορά συγκεκριμένα βήματα για να έχει φωνή στις εξωτερικές σχέσεις (Υπουργείο Εξωτερικών της ΕΕ με επίπεδο αντιπροέδρου της Επιτροπής, οργάνωση δυνατοτήτων για αμυντικές δράσεις).

            Η άρνηση σε αυτή την διαδικασία επικύρωσης του Ευρωπαικού Συντάγματος είναι μια οπισθοδρόμηση στο γενικότερο σχεδιασμό για να αποκτήσει η Ευρώπη των 25, μια νομική / συνταγματική προσωπικότητα. Η οπισθοδρόμηση έχει τρεις κυρίως, εκφράσεις:

  1. Γενική διαδικασία προβληματισμού και αναζήτηση νέων δρόμων και νέων λύσεων για να μην γυρίσει η ΕΕ στην «τεχνοκρατική» Ευρώπη που προτείνει η Συνθήκη της Νίκαιας (Δεκέμβριος 2000) και να ξεπεράσει η ΕΕ τη στεγνή οικονομική εξέλιξη που άφησε πίσω της η Συνθήκη τουΜάαστριχτ(1993). Η  έκτακτη Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ στις 16 Ιουνίου 2003 έχει την ευθύνη να διερευνήσει δρόμους που να μην παγιδεύουν τα κράτη – μέλη στο χθες. Δεν είναι καθόλου εύκολο αυτό το εγχείρημα, το οποίο κάτω από τις σημερινές συνθήκες μοιάζει με τετραγωνισμό του κύκλου.

  1. Μαζική διαδικασία επιστροφής στο παρελθόν, μια εκτεταμένη αμφισβήτηση του ρυθμιστικού ρόλου των Βρυξελλών (απόμακρες, γραφειοκρατικές, εισβάλλουν στην «κρεβατοκάμαρα» των εθνικών κρατών).

            Συνεπώς μια γενικότερη επιθυμία για «επιστροφή» στην εθνική γοητεία, στις εθνικές παραδόσεις, ίσως και στον εθνικό εγωϊσμό. Ο Ζ.Κ. Γιούγκερ, πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου και προεδρεύων των 25 το είπε διαφορετικά: «οφείλουμε να διαπιστώσουμε ότι η Ευρώπη δεν εμπνέει πλέον όνειρα…» (2/6/05).

  1. Νέες επιπλοκές στον ευαίσθητο όσο και πολύπλοκο μηχανισμό της διεύρυνσης. Μια Ευρώπη που ερωτά «πού πάμε», ή «γιατί πάμε έτσι», προφανώς έχει ως πρωταρχική επιδίωξη την εσωτερική διαδικασία ανασύνταξης και αναδιοργάνωσης (Έκτακτη Σύνοδος Κορυφής, αναζήτηση εσωτερικών λύσεων μετά τα δημοψηφίσματα σε Γαλλία και Ολλανδία, λύσεις για προβλήματα γύρω από τον κοινοτικό προϋπολογισμό – 2007/2013. Ήδη ο επίτροπος αρμόδιος για τη ΔιεύρυνσηΌλιΡεν απέστειλε επιστολή – κίτρινη κάρτα (2/6/05) στις κυβερνήσεις της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας με τις οποίες διαπιστώνεται σημαντική υστέρηση των δύο χωρών ως προς την εκπλήρωση των κριτηρίων για την ένταξη τους. Αυτό έγινε αμέσως μετά το γαλλικό δημοψήφισμα και στην πράξη σημαίνει μονομερή πρωτοβουλία για αναστολή της διαδικασίας ένταξης των δύο βαλκανικών χωρών – η σχετική πρόβλεψη για την ένταξη τους ήταν η 1-1-2007. Πολύς λόγος έγινε σχετικά με την τουρκική περίπτωση. Είναι εντυπωσιακό πως κοινός τόπος γάλλων και ολλανδών για την απόρριψη του Ευρωπαικού Συντάγματος ήταν η αρνητική στάση τους απέναντι στη μελλοντική – ούτως ή άλλως – προοπτική για ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. Η Τουρκία κατενόησε το μήνυμα των Παρισίων και εμφανιζόμενη με μανδύα ψυχραιμίας, γνωρίζει πως η πορεία της θα κρατήσει πολλά χρόνια και με ανοικτή ακόμα της τελική μορφή αυτής της μακράς πορείας.

            Στο συνολικό επίπεδο αυτό το υπαρκτό κείμενο για το ευρωπαϊκό Σύνταγμα είναι μια θετική εξέλιξη για την ΕΕ, συνιστά ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός (η ΕΕ αποκτά συνταγματική μορφή, χάρτα των θεμελιωδών δικαιωμάτων , βήματα προόδου στα θέματα της ΚΕΠΠΑ, απλοποίηση συνθηκών).

            Κανένα κείμενο που είναι προϊόν συμβιβασμού ανάμεσα σε 25 κράτη – μέλη και διαφορετικές ιδεολογικές αναζητήσεις, δεν θα μπορούσε να ικανοποιήσει αισθητά τη μια ή την άλλη χώρα, τη μια ή την άλλη ιδεολογία. Χωρίς συμβιβαστική συμπεριφορά δεν θα υπήρχε καν ΕΚΑΧ, ΕΚΑ, ΕΟΚ ή ΕΕ. Συνεπώς όσοι θα ήθελαν η ΕΕ να συναντά πλήρως τις ιδεολογικές τους απόψεις, σημαίνει πως δεν έχουν κατανοήσει το βαθύτερο χαρακτήρα μιας διαδικασίας την οποία η Κύπρος μπορεί να επηρεάσει από μέσα – βήματα προς την «ομοσπονδοποίηση» .

Πολύ απλά, λέω, ότι η ΕΕ θα ήταν καλύτερη εάν ήταν σοσιαλιστική. Αυτό όμως, είναι μια υπόθεση εργασίας που δεν οδηγεί πουθενά, κατ’ ευθείαν οδηγεί σε αδιέξοδο. Οι λαοί επιλέγουν τις κυβερνήσεις, οι κυβερνήσεις αλλάζουν, οι λαοί αλλάζουν, οι εξελίξεις έχουν ποικιλία γιατί διαφορετικές παραδόσεις, συνθέτουν ένα πολύ ενδιαφέρον πολιτικό ψηφιδωτό. Κατά συνέπεια υποστηρίζω ότι κάνουμε λόγο για ένα συμβιβασμό. Τον ψηφίζουμε; Η απάντηση βρίσκεται στο κατά πόσον αυτός ο συμβιβασμός για το Ευρωπαικό Σύνταγμα συνιστά μια εξέλιξη καλύτερη – ή ανώτερη – από το σύστημα λειτουργίας της ΕΕ πριν από την υιοθέτηση του.           Η δική μου απάντηση είναι πως, πράγματι, αυτό το Ευρωπαικό Σύνταγμα με τις αδυναμίες που προκύπτουν από ένα συμβιβασμό, συνιστά ένα βήμα προόδου, είναι μια θετική εξέλιξη που αξίζει να στηρίξουμε.