Η ΕΕ μετά τις ευρωεκλογές

Το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών σε αριθμούς: το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (212 έδρες) απέκτησε υπεροχή απέναντι στο Σοσιαλιστικό Κόμμα (187 έδρες), οι Φιλελεύθεροι με 72 έδρες, οι Πράσινοι με 55 έδρες και η Ευρωπαϊκή Ενωτική Αριστερά με 43 έδρες. Πέρα από τους αριθμούς οι Ευρωεκλογές περιλαμβάνουν την πολιτική διάσταση η οποία ξεπερνά την τρέχουσα συγκυρία και διαπλέκεται με το παρελθόν και το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.

Οι φιλοευρωπαϊκές ομάδες όπως το ΕΛΚ, οι Σοσιαλιστές, οι Φιλελεύθεροι και οι Πράσινοι συγκεντρώνουν 526 σε σύνολο 751 έδρες, ενώ οι ευρωσκεπτικιστές και τα ακροδεξιά σχήματα περίπου 180 έδρες. Οι αριθμοί σηματοδοτούν μια νέα εξέλιξη που ουδείς πλέον μπορεί να αγνοεί σχεδόν σε όλο το φάσμα δράσεων της ΕΕ. Στην αρχική σκέψη του αντιευρωπαϊκού ρεύματος κυριαρχεί η αίσθηση ότι η ΕΕ ευθύνεται για την παγκοσμιοποίηση, τις συνέπειες που προκύπτουν από τα ανοικτά σύνορα, συνεπώς η απάντηση βρίσκεται στην επιστροφή στο εθνικό κράτος, στη δημιουργία «κράτους-φρουρίου» που θα εμποδίσει τα έθνη όλα τα κακά και θα προστατεύσει τους εντός των τειχών «καθαρούς» πολίτες και θα διατηρήσει, έτσι, ένα υψηλότερο βιοτικό επίπεδο. Η άποψη αυτή σε συνδυασμό με την αύξηση της λαθρομετανάστευση στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου που ταυτόχρονα πλήττονται από την κρίση χρέους, λειτούργησε ως «καταλύτης» για να ανέβουν στην επιφάνεια διάφορες εκδοχές της άρνησης των πάντων.

Έτσι η Λεπέν του Εθνικού Μετώπου λέει ευθέως ότι «οι λαοί δεν θέλουν πια να κυβερνώνται από αυτούς έξω από τα σύνορα, από Επιτρόπους ή τεχνοκράτες, που είναι μη εκλεγμέμοι…οι λαοί μίλησαν δυνατά και καθαρά…», ενώ ο Ν. Φαράτζ του Κόμματος της Ανεξαρτησίας λέει ότι «το όλο ευρωπαϊκό εγχείρημα είναι ένα ψέμα. Δεν θέλω μόνο να φύγει η Βρετανία από την ΕΕ, θέλω η Ευρώπη να φύγει από την ΕΕ» (Reuters, 26-5-14).

Η επιθετική παραπλάνηση είναι ο ορισμός μιας ακροδεξιάς που επιδιώκει επιστροφή στο εθνικό κράτος στον ιστορικό χρόνο που έχει σφραγίσει η τεχνολογική επανάσταση, τα ανοικτά σύνορα και η αλληλεξάρτηση των οικονομιών μέσα στην ΕΕ και ευρύτερα. Η ακροδεξιά άποψη θα οδηγήσει σε τρομερή συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας στην ΕΕ, σε αποσύνθεση του κοινωνικού κράτους προς όφελος της Κίνας, της Ρωσίας και των ΗΠΑ και σε μια μισαλλόδοξη Ευρώπη-παρία της αναπτυξιακής διαδικασίας. Η επικράτηση της θεωρίας στην επιστροφής στο εθνικό κράτος ή στον περιορισμό της «κυριαρχίας των Βρυξελλών» βρίσκει απήχηση σε τμήματα της συντηρητικής αριστεράς που αισθάνονται αμήχανα κάτω από το «βάρος» της συμμετοχής τους σε μια ευρύτερη, υπερεθνική διαδικασία.

Έτσι αναπτύσσεται μια τυφλή ρητορική, εκτός άλλων, γιατί η παρούσα ηγετική ομάδα στην ΕΕ, προσωποποιημένη στην ηγεσία Μπαρόσο, δεν πέτυχε να εξηγήσει γιατί η ΕΕ είναι αναγκαία, γιατί προωθεί ένα πολύπλευρο εγχείρημα που απαντά στις προκλήσεις της εποχής, γιατί το να πολεμάς τα ανοικτά σύνορα με τα παλιά μέσα είναι σαν να καταγγέλλεις το νόμο της βαρύτητας. Είναι ολοφάνερο ότι χρειάζεται μια πιο δημιουργική σκέψη γύρω από το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Πιθανώς ένας συνδυασμός μεγάλων και μικρών βημάτων που θα δώσουν την πεποίθηση στους ευρωπαίους πολίτες ότι η ψήφος τους παραμένει ένας δημιουργικός ήχος για όσα μπορούν να γίνουν διαφορετικά και κυρίως αποτελεσματικά. Ένα σχέδιο μικρών αλλαγών ώστε αυτές να είναι ορατές στον κάθε πολίτη: όπως η έδρα του Ευρωκοινοβουλίου να είναι μια και σταθερή, όπως ο τερματισμός του μη λειτουργικού και δαπανηρού συστήματος της εκ περιτροπής προεδρίας, όπως ο επαναπροσδιορισμός του ύψους των αποδοχών σε αξιωματούχους που θα λαμβάνει υπόψη την κοινωνική πραγματικότητα, όπως η συνένωση αρμοδιοτήτων με έναν επικεφαλής όπως λ.χ. να είναι ένας Υπουργός Οικονομικών στην Ευρωζώνη (Επίτροπος και Επικεφαλής Ευρωζώνης) και όχι 2 ή 3 που είναι σήμερα. Στην προώθηση της πολιτικής για τις μεγάλες αλλαγές όπως η ολοκλήρωση της διαδικασίας για την τραπεζική ένωση, την κοινή οικονομική διακυβέρνηση μέσα από την Αναθεώρηση της Συνθήκης της Λισαβόνας. Έτσι θα γίνει σε όλους σαφές ποιες χώρες θέλουν και ποιες χώρες μπορούν να λάβουν μέρος στην πιο προωθημένη μορφή της ενοποίησης.

Αυτά τα ζητήματα παλαιότερα αφορούσαν την ορθολογική διαχείριση πόρων και προσώπων στη λειτουργία της Ένωσης -σήμερα αυτό αφορά και μια άμυνα απέναντι στην χυδαία ακροδεξιά δημαγωγία που εκμεταλλεύεται κενά ή παραλείψεις στη θεσμική της λειτουργία. Παραμένει, ωστόσο, ένα ερώτημα αν κόμματα που έχουν ως στόχο τους τη διάλυση της ΕΕ ή την έξοδο των χωρών τους, να έχουν το προνόμιο να τον προωθούν «μέσα» από τις Ευρωεκλογές.

Η συνεπής και επιτυχημένη δραστηριότητα του Κ. Σημίτη στα ευρωπαίκά πράγματα του παρέχει το προνόμιο να είναι εύστοχος αναλυτής του φαινομένου: «Η ενωμένη Ευρώπη είναι ένα πολύ ευρύτερο σχέδιο. Προσδιορίζεται από την συνύπαρξη των ευρωπαϊκών λαών επί αιώνες, τις κοινές τους εμπειρίες, τον αλληλοεπηρεασμό των πολιτισμών τους, τους συγγενείς τρόπους ζωής και οργάνωσης των κοινωνιών τους. Προκύπτει από την κοινότητα αξιών, γνώσεων, τις εμπεδωμένες πρακτικές συνεργασίες αλλά και τα οδυνηρά βιώματα των πολέμων και του σκοταδισμού. Συνδέεται με ένα πλέγμα αρχών, στο οποίο η δημοκρατία, η προσωπική ελευθερία, ο σεβασμός του ατόμου, η παιδεία και η συνεχώς επεκτεινόμενη γνώση παίζουν πρωτεύοντα ρόλο. Το σχέδιο αυτό αφορά την ανάγκη κοινής δράσης, το αναπόφευκτο κοινό μέλλον σ’ ένα κόσμο, που αλλάζει με την παγκοσμιοποίηση και στον οποίο νέες δυνατότητες έχουν όλο και πιο καθοριστική παρουσία». (ομιλία στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με θέμα «Μια νέα ευρωπαϊκή πολιτική είναι αναγκαία», 7 Φεβρουαρίου 2014).