Η Βόρεια Πολιτική δεν είναι εδώ

Οι διαδηλώσεις των Τ/Κ κατά της πολιτικής Ντενκτάς έχουν διαμορφώσει ορισμένα νέα δεδομένα στο Κυπριακό σκηνικό. Οι μαζικές διαμαρτυρίες των Τ/Κ ταυτίζονται με της αποφάσεις της Κοπεγχάγης, αλλά δεν την καλύπτουν απόλυτα. Τρία στοιχεία συνθέτουν το σκηνικό: α) η εκλογική νίκη Ερντογάν, β) η Κοπεγχάγη και γ) εσωτερική ωρίμανση κοινωνικών δυνάμεων στην Τ/Κ κοινότητα.

Το ζήτημα των σχέσεων ανάμεσα σε Ε/Κ και Τ/Κ πολιτικές δυνάμεις έμεινε για δεκαετίες στο περιθώριο του πολιτικού αγώνα. Οι συγκυρίες ήταν πολύ δύσκολες αλλά και η ανάλυση ορισμένων Ε/Κ πολιτικών δυνάμεων ήταν πολύ διαφορετική. Αυτό που αλλάζει τα δεδομένα είναι το Ελσίνκι (1999), ως το πιο πειστικό δείγμα γραφής ότι η Ελλάδα είναι διαφορετική, βλέπει το μέλλον των Ευρωτουρκικών σχέσεων με πιο δημιουργικό τρόπο.

Η κυβέρνηση Ετσεβίτ έκλεισε τα μάτια της στην ουσία του Ελσίνκι, αλλά δεν κάνει το ίδιο η κυβέρνηση Ερντογάν. Η ηγετική τρόικα του Κ.Δ.Α. είναι ενδιαφέρουσα: Ερντογάν, Γκουλ, Γακίζ επιθυμούν μια πιο ουσιαστική κίνηση προς την Ε.Ε. Κατανοούν πως αυτό θα γίνε μέσω Κύπρου, αλλιώς θα έχουν ένα θεαματικό πολιτικό τέλος – Γνωρίζουν πως το Κυπριακό είναι ο σκληρός πυρήνας που οδηγεί, είτε στην σταθεροποίησή τους ή στην ανατροπή τους. Μέσος δρόμος για τον Ερντογάν δεν υπάρχει, αφού ο ίδιος έκανε τη δήλωση πως – “όπου και αν πάω, βρίσκω πάντα το Κυπριακό μπροστά μου” (11 Δεκ. 2002). Αυτά τα δεδομένα, πολύ λίγη σχέση έχουν με τις δυνατότητες που είχε η Λευκωσία να οικοδομήσει έγκαιρα και σοβαρά μια “βόρεια πολιτική”. Εδώ και δέκα χρόνια (γνωμοδότηση της Ε.Ε., 1993), η Ε.Ε., καλεί με συστηματικές αποφάσεις συνόδων κορυφής, την Κυπριακή Κυβέρνηση” να συμβάλει ώστε οι Τ/Κ να κατανοήσουν τα οφέλη από την ενταξιακή διαδικασία” (1993).

Δεν έγινε τίποτα το αξιόλογο. Είναι γι’ αυτό που ότι θα γίνει μετά την Κοπεγχάγη θα είναι μισό και ολιγότερον αποτελεσματικό.

Στα δύσκολα χρόνια (π.χ. 1993-2002) η κυβέρνηση Κληρίδη δεν είχε διαμορφώσει καμμιά σκέψη για το ζήτημα αυτό, ενώ ο ΔΗΣΥ ανακαλύπτει το 2003 πτυχές του ζητήματος. Τα μέτρα που θέλησε να ανακοινώσει η κυβέρνηση (16-17 Δεκ. 2002), μπήκαν στο ψυγείο, δείγμα γραφής πως η προχειρότητα αντικαθιστά τη σοβαρότητα.

Οι διαδηλώσεις του Τ/Κ δημιουργούν μια κινητικότητα, υπό βοηθητική για την στρατηγική Ερντογάν – άνοιγμα στη δυναμική που οικοδομούν τα μαζικά κοινωνικά κινήματα. Γι’ αυτό και οι θετικές απαντήσεις των Ε/Κ κομμάτων ή πρωτοβουλιών συμπαράστασης πρέπει να έχουν αντίστοιχο πολιτικό υπόβαθρο. Αλληλεγγύη δεν είναι η ανθρώπινη πλευρά της – αυτό είναι φιλανθρωπία. Στην πολιτική η αλληλεγγύη οικοδομεί κοινές πολιτικές βάσεις, πλατφόρμα που να συνδέει κοινές επιδιώξεις – Αυτή η κοινή βάση υπάρχει στο Σχέδιο Ανάν αλλά και η επιθυμία για ορισμένες βελτιώσεις και αλλαγές του προς κοινό όφελος – ανάπτυξη της πολιτικής των κοινών συμφερόντων. Αλλά μένει το πιο σημαντικό που είναι κοινές δράσεις, με επίκεντρο την αποδοχή του Σχεδίου Ανάν ως βάση για τη διαπραγμάτευση της λύσης.

Διαφορετικά όλα θα είναι ξεκρέμαστα, ή παιχνίδια της συγκυρίας για να έχουν ρόλο όσοι δεν θέλουν να μιλήσουν με την γλώσσα του ορθολογισμού.

Μια σειρά από θετικές πρωτοβουλίες προς την Τ/Κ κοινότητα μπορούν να καταγράφουν (οικονομία, ευρωπαϊκά προγράμματα, χρηματοδοτήσεις έργων, ΡΙΚ κλπ). Ο χρόνος έχει τη σημασία του γι’ αυτό ότι και να γίνει τώρα θα είναι εκ των υστέρων σωστές κινήσεις. Η βόρεια πολιτική, συνδέεται με την Ε.Ε., τις Ε/Τ σχέσεις, και ασφαλώς με το πώς η Λευκωσία βλέπει τις αυριανές εξελίξεις ή απλώς τις χρησιμοποιεί κατά περίστασιν μέχρι την επόμενη διαδήλωση των τουρκοκυπρίων…