Ημικρατικοί ή κρατικοί οργανισμοί;

Η έναρξη της συζήτησης στη Βουλή του «περί Κρατικών Οργανισμών και Κρατικών Επιχειρήσεων Νόμου» στις 25 Νοεμβρίου δίνει μια ακόμα ευκαιρία για να συζητηθούν κρίσιμης σημασίας ζητήματα που συνδέονται με την αναπτυξιακή πολιτική της Κύπρου στη σημερινή συγκυρία. Σύμφωνα με τον Υπουργό Οικονομικών Χ. Γεωργιάδη «το νομοσχέδιο επιχειρεί να αντιμετωπίσει τις αδυναμίες των ημικρατικών οργανισμών», καθώς «μέχρι σήμερα δεν υπήρχε μια νομοθεσία για το σύνολο των οργανισμών των νομικών προσώπων του δημοσίου, η οποία να διέπει βασικά ζητήματα λειτουργίας, διοίκησης και κυρίως οικονομικής διαχείρισης».

Η συζήτηση είναι ενδιαφέρουσα και επί αυτής τα πιο κάτω:

1. Οι ημικρατικοί οργανισμοί αναμφίβολα χρειάζεται να αποκτήσουν ή και να ενισχύσουν ένα σύγχρονο, αναπτυξιακό πλαίσιο, ικανό να τους κάνει πιο ανταγωνιστικούς στο σύγχρονο περιβάλλον. Αναπτυξιακή πολιτική σημαίνει εφαρμογή πολιτικής που να θέτει μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμούς στόχους όπως η μείωση των ελλειμμάτων, οι συνέργειες, η ενσωμάτωση καλών πρακτικών που αναπτύσσονται διεθνώς, η συμμετοχή σε αναπτυξιακού τύπου ευρωπαϊκά προγράμματα, η ουσιώδης ενίσχυση της εμπορικής τους δραστηριότητας. Οι στόχοι εποπτεύονται από ένα Υπουργείο και έτσι τα ΔΣ κρίνονται πάνω σε σαφή κριτήρια αξιολόγησης και από την ικανότητά τους να αναπτύσσουν μια στρατηγική για έναν οργανισμό.

2. Για δεκαετίες κυριάρχησε η λογική της αναλογικής εκπροσώπησης των κομμάτων στα ΔΣ, κάτι που επανειλημμένα απεδείχθη ότι ήταν μια μη παραγωγική λύση, γιατί η μετατροπή των ΔΣ σε «μικρά κοινοβούλια» στέρησε τους οργανισμούς από την ειδική γνώση, συχνά την απουσία μιας αξιόπιστης στρατηγικής και ακόμα πιο συχνά την κυριαρχία της συνήθειας ως μορφής διακυβέρνησης.

3. Η ελεγξιμότητα, η ευθύνη των μέλων των ΔΣ, η διαφάνεια, η τήρηση των κατευθύνσεων που ο Γενικός Ελεγκτής εισηγείται είναι βασικοί άξονες για την καλύτερη λειτουργία τους.

4. Η ανάλυση βασίζεται σε πραγματικά δεδομένα και πάνω στο γεγονός ότι οι κυριότεροι ημικρατικοί οργανισμοί (ΑΗΚ, CYTA, Αρχή Λιμένων) σύμφωνα με μνημονιακές συμφωνίες θα αποκρατικοποιηθούν, συνεπώς η συζήτηση αφορά άλλους οργανισμούς με διαφορετικά αναπτυξιακά χαρακτηριστικά.

5. Στο νομοσχέδιο που συζητήθηκε στις 25 Νοεμβρίου υπάρχει διάκριση μεταξύ των οργανισμών που καταγράφονται στο παράρτημα Ι και στο παράτημα ΙΙ του νομοσχεδίου. Σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ στο ΚΥΠΕ «τα Υπουργεία εποπτεύουν τους «κρατικούς οργανισμούς» και η «αρμοδιότητα των Υπουργών να εκδίδουν πολιτικής φύσεως αποφάσεις περιορίζεται στους κρατικούς οργανισμούς του παραρτήματος Ι. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, στο παράρτημα Ι περιλαμβάνονται 21 νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ), όπως η ΑΗΚ, η Cyta, ο ΚΟΤ, o KOA, o ΚΟΑΓ, η Αρχή Λιμένων Κύπρου το ΧΑΚ, το ΡΙΚ και το ΚΥΠΕ. Στο παράρτημα ΙΙ περιλαμβάνονται 19 ΝΠΔΔ, όπως η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, το Πανεπιστήμιο Κύπρου, η ΡΑΕΚ, Συμβούλια Αποχετεύσεων και Υδατοπρομήθειας και το ΤΕΠΑΚ».

6. Στη δική μου αντίληψη, ενώ το πιο πάνω νομοσχέδιο κάνει σωστές διαπιστώσεις ως προς τα πραγματικά αίτια που μας οδήγησουν στον εκτροχιασμό, ωστόσο, η βασική λύση που εισηγείται με την πρόταση για μετατροπή των ημικρατικών σε κρατικούς, δεν οδηγεί στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Αντίθετα, η πρόταση περιπλέκει τα πράγματα και σε μερικές περιπτώσεις συνιστά ένα μέτρο που θα δημιουργήσει νέου τύπου προβλήματα. Είναι προτιμότερη μια λύση που θα διατηρεί το σχήμα του ημικρατικού οργανισμού και να χαρακτηρίζεται από την διαμόρφωση μιας αναπτυξιακής πολιτικής, με εξειδίκευση κατά περίπτωση και κατά οργανισμό. Πάνω σε μια αναπτυξιακή πολιτική να επιλέγονται πρόσωπα που να είναι σε θέση να την επεκτείνουν μέσα σε ένα πλαίσιο αυτονομίας, με τη δυνατότητα ενός ημικρατικού οργανισμού να οργανώσει και να υλοποιήσει ένα σχέδιο, να διευρύνει τις δυνατότητές του, να μειώνει την κρατική χορηγία και διατυπώνει συνεχείς δράσεις για την επόμενη ημέρα.

7. Οι οργανισμοί όπως παρουσιάζονται στην παράγραφο 6, διαθέτουν πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά, συνεπώς χρειάζονται και διαφορετική ανάλυση στην αντιμετώπιση των πιο ειδικών χαρακτηριστικών τους. Άλλες λύσεις απαιτούνται για έναν οργανισμό που ολοκλήρωσε τον κύκλο του λόγω της ένταξης στην ΕΕ, άλλες για έναν άλλο που οδηγείται σε αποκρατικοποίηση και άλλες που συνδέονται με οργανισμούς με ειδική διάρθρωση, σύνθεση και δημόσια αποστολή όπως είναι λ.χ. ο ΘΟΚ, το ΡΙΚ και το ΚΥΠΕ.

8. Σήμερα είναι ζητούμενο η λιγότερη γραφειοκρατία, η ευελιξία, οι γρήγορες αποφάσεις, η αντίληψη ότι αν εμείς καθυστερούμε, άλλοι σε μια πιο ανοικτή χώρα-μέλος της ΕΕ, τρέχουν με διαφορετική ταχύτητα. Συνεπώς η λύση βρίσκεται στην ευελιξία, στη λιγότερη γραφειοκρατία και εκτιμώ ότι η λύση «ένα Υπουργείο να εποπτεύει έναν ημικρατικό οργανισμοί και ο Γενικός Ελεγκτής την πλήρη οικονομική πτυχή του» είναι η καλύτερη δυνατή. Σήμερα η λειτουργία των ημικρατικών οργανισμών παραμένει δαιδαλώδεις με ανάμειξη δύο τουλάχιστον Υπουργείων, με δύσκαμπτες εσωτερικές διαδικασίες και σε μερικές περιπτώσεις με επιπρόσθετη συμμετοχή της Βουλής, του Υπουργικού Συμβουλίου και του Γενικού Εισαγγελέα. Σε αυτό το κεφάλαιο, βρίσκεται το κλειδί για τον εκσυγχρονισμό των ημικρατικών οργανισμών πάνω σε μια διαφορετική οργάνωση με άξονες την ευελιξία, την αποτελεσματικότητα και την ελεγξιμότητα.

9. Το νομοσχέδιο κάνει σωστές διαπιστώσεις αλλά η «βασική» θεραπεία που εισηγείται δεν βοηθά στην υλοποίηση μιας ολοκληρωμένης αντιμετώπισης ενός σοβαρού τμήματος της αναπτυξιακής δυναμικής της νήσου. Χρειάζεται να εμπλουτιστεί όπως λ.χ. η εισαγωγή πρόνοιας για μετατάξεις ανάμεσα σε ημικρατικούς οργανισμούς, χρειάζεται να βελτιώσει κατευθύνσεις λ.χ. σε σχέση με την ευελιξία στη λειτουργία τους και να θέσει τις διαφορετικές κατηγορίες των ημικρατικών πάνω σε διαφορετικά ζητούμενα και κατευθύνσεις. Σύμφωνα με τον καθηγητή Β. Ράπανο «με την ανάπτυξη των τεχνολογιών και του ανταγωνισμού, την παγκοσμιοποίηση και τις νέες μεθόδους χρηματοδότησης, απαιτείται ευελιξία και καινοτομική ικανότητα. Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν έχουν συνήθως οι υπό ασφυκτικό κρατικό έλεγχο επιχειρήσεις. Η μετοχοποίηση και η λειτουργία των κρατικών εταιρειών με βάση τις αρχές της σύγχρονης διοίκησης και εταιρικής διακυβέρνησης συμβάλλουν τα μέγιστα στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας των υπηρεσιών που προσφέρονται» (5 Μαρτίου 2009).