Κλειστή κοινωνία και πολιτεία ελευθερίας

Μια παλιά κυπριακή συνήθεια θέλει τη  διαχείριση του κυπριακού να ασκείται συχνά με κριτήρια εσωτερικής κατανάλωσης. Εκτιμώ ότι όσο κυριαρχεί αυτό το στοιχείο δεν μπορούμε να δούμε τις εξελίξεις με προοδευτικό τρόπο. Η πολιτική του ανάποδου δεν μπορεί να είναι πρόοδος όπως λ.χ. μην λες τίποτα επειδή όλο και κάποια θέση σε κάποιο Δ.Σ. ημικρατικού οργανισμού θα προκύψει καθ΄οδόν. Η πολιτική του ανάποδου δεν είναι πρόοδος όταν λ.χ. για να κερδίσεις μια ακόμα αντιδημαρχία αισθάνεσαι υποχρεωμένος να κάνεις τεχνητές επιθέσεις σε τεχνητούς εχθρούς.

Μερικοί πιστεύουν ότι έτσι υπηρετούν την εθνική υπόθεση. Μπορεί, επίσης, ορισμένοι να πιστεύουν ότι τους βγαίνει  σήμερα το παιχνίδι. Το ζήτημα είναι πως θα δουλέψει το πολιτικό σύστημα μετά από αυτό το πολυδιάστατο σύστημα στην άσκηση της μικροπολιτικής.

Ορισμένοι γνωρίζουν το πού πάει το κυπριακό αλλά κρίνουν ότι αυτό που προέχει είναι να λαμβάνουν μέρος στο παιχνίδι της διανομής των λαφύρων (άλλωστε τα ίδια ενδιαφέρονταν είχαν και στα χρόνια της προεδρίας Κληρίδη…). Στην πράξη όλα όσα έχουν δημιουργηθεί ως παρακαταθήκη για το μέλλον είναι γεγονότα ή πεποιθήσεις που θα τα βρούν μπροστά τους είτε όσοι τα δημιούργησαν είτε οι διάδοχοί τους.

Εκτιμώ ότι μια κοινή γνώμη που είναι εκπαιδευμένη στην υποταγή μέσω στης σκληρής πολιτικής στη διανομή των λαφύρων, μια κοινή γνώμη εκπαιδευμένη στη σιωπή ήταν και είναι η βέβαιη συνταγή για να πάμε βήμα- βήμα στην πολιτική της παθητικής αποδοχής των όσων θα θέλαμε να αλλάξουμε αλλά δεν μπορούμε γιατί είναι πια μέρος της πολιτικής μας «παιδείας».  Μια κοινή γνώμη υποταγμένη σε ένα πολύπλοκο σύστημα πελατειακών σχέσεων αποτελεί μια «ασφαλή» μέθοδο για να παραμείνει η κοινή γνώμη υποταγμένη στο συναισθηματικό λόγο και στη ρητορεία που συσκοτίζει. Μια κοινή γνώμη που είναι υποταγμένη στην συντονισμένη πολιτική του φόβου της προαγωγής, του φόβου της μετάθεσης (ή μη), είναι μια δυνατή συνταγή για την κοινωνία της υποταγής. Αυτό ως πολιτική παρακαταθήκη  έχει όλες τις προϋποθέσεις για να αφήσει τα ουσιώδη στην ακινησία γιατί στο βάθος της είναι μια φοβική πολιτική. Είναι συστατικό στοιχείο μιας πολιτικής που αρκείται στον «έλεγχο» της σημερινής συγκυρίας, εμποδίζοντας  ότι μπορεί να δημιουργήσει νέα πεδία πολιτικής εξέλιξης γιατί φαίνεται ότι δεν έχει διαμορφωμένες μακροπρόθεσμες επιδιώξεις.

Η πολιτεία, ωστόσο, είναι και οφείλει να είναι οργανωτής ελευθερίας, και όχι συσκότισης και υποταγής. Η πολιτεία έχει την ευθύνη να προωθήσει μεταβολές στον τρόπο λειτουργίας της, να απελευθερώσει τις ατομικές και συλλογικές δυνάμεις και πρωτοβουλίες, να ενισχύσει  την κοινωνική ευθύνη, και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις της συμμετοχής στην κοινωνική αλλαγή. Αυτό σημαίνει μεταφορά εξουσιών σε αυτόνομους θεσμούς, ενδυνάμωση των ανεξάρτητων θεσμών της πολιτείας, νέες πρακτικές διαφάνειας με οριοθέτηση των σχέσεων ανάμεσα στη θεσμική  πολιτική ζωή και τα οικονομικά συμφέροντα.

 Η πολιτεία ως οργανωτής ελευθερίας αποτελεί την καλύτερη απάντηση απέναντι στις πρακτικές της κλειστής κοινωνίας. Είναι μια πολιτική αναγκαιότητα για την πολιτική που απελευθερώνει τον πολίτη, δίνοντάς του νέα πεδία αυτονομίας στη σκέψη και τη δράση.