Κράτος και ανάπτυξη

Κυριαρχεί στην επικαιρότητα από κάθε άποψη το θέμα που συνδέει την τρόικα και τις ιδιωτικοποιήσεις ημικρατικών οργανισμών. Τι ισχύει, τι απουσιάζει από τα μνημόνιο, τι ερμηνεία δίνεται στη μια ή την άλλη παράγραφο. Αυτό είναι ένα ακόμα παράδειγμα ότι στην Κύπρο τα μεγάλα ζητήματα μπαίνουν στην ατζέντα με τον πιο ανορθόδοξο τρόπο. Το μέγα θέμα ήταν και και είναι ποιος είναι ο ρόλος του κράτους, η ισορροπία ανάμεσα στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, η ανάπτυξη σε μια κοινωνία ενταγμένη στην ΕΕ στην εποχή της ανοικτής αγοράς και των ανοικτών συνόρων.

Θεωρώ ότι  η δημόσια συζήτηση είναι ανεπαρκής γιατί δεν θέτει τα ζητήματα επί της ουσίας και σε μια αξιολογική βάση. Στη δική μου άποψη το κράτος κατέχει στρατηγικό ρόλο στην αναπτυξιακή διαδικασία. Λόγοι ασφάλειας που συνδέονται με την ανάπτυξη, πολιτικοί και γεωπολιτικοί λόγοι δίνουν στο κράτος ισχυρά πλεονεκτήματα σε ορισμένους αναπτυξιακούς τομείς. Όμως για ποιο κράτος μιλάμε; Αυτό που γεμίζει τη δημόσια υπηρεσία και τους ημικρατικούς με ελλείματα; Αυτό το κράτος που μετατρέπεται σε πελατειακό δίκτυο για να ικανοποιεί ψηφοθηρικές ανάγκες; Αυτό το κράτος που περιβάλλεται από ακαμψία και γραφειοκρατία στη λήψη των αποφάσεων; Αν αυτό είναι το κράτος για το οποίο μιλούν ορισμένοι, τότε υπάρχει σοβαρό πρόβλημα εκτίμησης, γιατί, εκτός άλλων, είναι ένας από τους λόγους που η κυπριακή οικονομία έφτασε στη χρεοκοπία.

Το σύγχρονο κράτος εργάζεται διαφορετικά. Είναι αναπτυξιακό, ευέλικτο, αποτελεσματικό, προγραμματίζει και φροντίζει να μην έχει ελλείμματα. Οι ημικρατικοί έχουν επίσης στόχο τη μείωση των ελλειμμάτων και το κέρδος στην ανοικτή αγορά γιατί χρησιμοποιούν σύγχρονες μεθόδους διοίκησης, δεν καταφεύγουν στο κράτος-δηλαδή στον φορολογούμενο πολίτη- για να μπαλώνει ελλείμματα και διάφορες μορφές κακοδιοίκησης. Μια ματιά στις ετήσιες εκθέσεις της Γενικής Ελέγκριας πείθει όλους ότι η κατάσταση δεν πάει άλλο και όσοι υπερασπίζονται το πελατειακό κράτος, παραβλέπουν εκ προθέσεως τις ετήσεις εισηγήσεις της. Συνεπώς το θέμα είναι πώς θα έχουμε δημόσιο ή ημιδημόσιο τομέα που να «πιάνει ποντίκια», και όχι να ζει διαρκώς με χορηγίες  από τον κρατικό προϋπολογισμό. Χρειάζονται σχέδια για υγιή οικονομικά, νέες μορφές οργάνωσης και διοίκησης, εισαγωγή ημικρατικών στο χρηματιστήριο, ευελιξία, είσοδος νέων επενδυτών, μείωση της κομματικής επιρροής, δυνατότητα των υπαλλήλων της επιχείρησης να αποκτήσουν μετοχές, έλεγχος από τις ανεξάρτητες εποπτικές αρχές,  αύξηση της διαφάνειας, άρα χρειάζεται να τεθούν διαφορετικοί στόχοι και κίνητρα από εκείνη την πρακτική  που οδηγεί στην επανάπαυση στα κεκτημένα.

Σχετικά με τη συζήτηση για τους ημικρατικούς, είναι σαφές ότι υπάρχουν διαφορετικές αναλύσεις για διαφορετικές περιπώσεις. Άλλοι για παράδειγμα να διατηρήσουν τον κρατικό χαρακτήρα τους (Cyta, AHK) υλοποιώντας ένα πρόγραμμα μερικής μετοχοποίησης, άλλοι να προχωρήσουν σε ένα πρόγραμμα προσαρμογής της πορείας τους, αναζητώντας –μαζί με την κρατική χορηγία- ίδιους πόρους στην ανοικτή αγορά, άλλοι να οδηγηθούν με απόφαση του κράτους σε αποκρατικοποίηση (ΧΑΚ, Σφαγείο Κοφίνου), και, άλλοι που έχουν ολοκληρώσουν τον κύκλο τους λόγω της ένταξης στην ΕΕ να κλείσουν (Οργανισμός Γάλακτος, Συμβούλιο Ελαιοκομικών Προϊόντων). Η αποκρατικοποίηση του ΧΑΚ, η αξιοποίηση της χαλίτικης γης, ή του ακίνητου πλούτου που συνδέεται με τις εξοχικές κατοικίες στο Τρόοδος που σήμερα χρησιμοποιούνται για διακοπές των δημοσίων υπαλλήλων, είναι μέρος μια διαφορετικής αντίληψης για την ανάπτυξη και δεν συνδέονται με εισπρακτικές λογικές.

Στο ζήτημα που συνδέεται με τις μετοχοποιήσεις σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας, ο καθηγητής Β. Ράπανος, εκτιμά ότι «λόγω της σημαντικής οικονομικής και κοινωνικής επίδρασης των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, ο έλεγχος του πλειοψηφικού πακέτου πρέπει να παραμείνει στα χέρια του κράτους. Η διοίκηση πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προσαρμόζει εύκολα τα σχέδια και τον προϋπολογισμό της. Η μετοχοποίηση και λειτουργία των κρατικών εταιρειών με βάση τις αρχές της σύγχρονης διοίκησης και εταιρικής διακυβέρνησης, συμβάλλουν τα μέγιστα στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας των υπηρεσιών που προσφέρουν…».