Κραυγές και διάλογοι.

Ο τρόπος και οι κατευθύνσεις των δημόσιων συζητήσεων γύρω από τις εξελίξεις στο κυπριακό δεν μπορεί να αφήνουν κανένα ικανοποιημένο. Οι εντάσεις, οι προσωπικές αντιπαραθέσεις, οι μειωτικοί χαρακτηρισμοί, η παρελθοντολογία κυριαρχούν σε ένα χωρίς αρχές και κατευθύνσεις διάλογο. Από τη στιγμή που είναι ανοικτός στην κοινωνία, ενδιαφέρει κάθε πολίτη που επιδιώκει να θέσει τα ζητήματα σε άλλη βάση. Κατά την άποψή μου, υπάρχει ανάγκη να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια της δημόσιας αναζήτησης. Η Κύπρος έχει ανάγκη τη δημόσια αντιπαράθεση που προσθέτει γνώσεις, τεκμηρίωση, επιχειρήματα στους πολίτες και ταυτόχρονα εμπλουτίζει την κριτική μας ικανότητα. Ο διάλογος, η πολυφωνία, το ήρεμο κλίμα ταιριάζουν απόλυτα σε μια κοινωνία που ενδιαφέρεται πρώτα να μάθει και μετά να διαμορφώσει άποψη για όσα την αφορούν και ρυθμίζουν το μέλλον της, κυρίως την προσπάθεια για την επίλυση του κυπριακού. Η σημερινή κατάσταση δεν οδηγεί παρά μόνο στη στασιμότητα, την κυριαρχία του παραδοσιακού λόγου, άρα και στην ακινησία για όσα είναι ευρύτερο συμφέρον να αλλάξουν. Οι κραυγές, τα συνθήματα και η μάχη των επιθέτων αποτελούν έκφραση ιδεολογικής αγκύλωσης που δεν ταιριάζει σε μια σύγχρονη κοινωνία ενταγμένη στο θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ.

Η κοινωνία μας χρειάζεται να διευρύνει τις δυνατότητές της να αντιμετωπίζει προβλήματα και να καθοδηγεί τις λύσεις τους. Η κυβέρνηση μπορεί να πάρει πρωτοβουλίες, ώστε οι φορείς της ενημέρωσης να λειτουργούν σε ένα γενικότερο πλαίσιο ρύθμισης γύρω από το δημόσιο διάλογο. Οι οργανισμοί ενημέρωσης δεν αποτελούν απλώς μια ιδιωτική επιχείρηση γιατί λειτουργούν και διαχειρίζονται συχνότητες που αποτελούν μέρος του εθνικού πλούτου. Συνεπώς χρειάζεται μια «ρύθμιση αρχών» που να θέτει ένα γενικό πλαίσιο για το πώς ένα δημόσιο αγαθό, μπορεί να συμβάλει στην γενικότερη αναζήτηση της κριτικής γνώσης και να εμπλουτίζει τις δυνατότητες των πολιτών να κρίνουν, να συγκρίνουν, και να επιτυγχάνουν τα ανώτερα στάδια γνώσης. Είναι ωφέλιμο η κυβέρνηση να πάρει τις πρωτοβουλίες για διάλογο με τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ ώστε σε ένα ελάχιστό κοινό παρονομαστή, να υπάρχουν περισσότερες προϋποθέσεις για τον ανοικτό, τον κριτικό διάλογο που υπηρετεί τα ύψιστα συμφέροντα του λαού μας.