“Νεο Ελσίνκι” με συνταγή Δρούτσα

Πρώτα μίλησε ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας Δ.  Δρούτσας. Η Ελλάδα, ανέφερε σε ομιλια του στο «Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής» στις Βρυξέλλες, προτείνει  μια Σύνοδο Κορυφής ΕΕ- Τουρκίας τον προσεχή Ιούνιο με στόχο τη δημιουργία ενός «Νέου Ελσίνκι», στο οποίο η Ελλάδα να παίξει το ρόλο του καταλύτη όπως είχε κάνει το 1999.  Η εισήγηση Δρούτσα περιλαμβάνει σκέψεις για έναν «οδικό χάρτη» για την  ενταξιακή πορεία της Τουρκίας με σαφή χρονοδογράμματα γύρω από τις υποχρεώσεις της Τουρκίας απέναντι στην Κοινότητα και την Κύπρο, αλλά και το ξεκαθάρισμα των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας σε στρατηγικό επίπεδο. Αμέσως μετά (27 Νοεμβρίου 2010) ο πρωθυπουργός της Ελλάδας  Γ. Παπανδρέου μίλησε  στην ελληνική βουλή για ελληνική πρωτοβουλία για τη συζήτηση στα ευρωπαϊκά όργανα της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, «με τη συμμετοχή της γείτονος». Ο Γ. Παπανδρέου δήλωσε ότι «η θέση μας είναι καθαρή και αταλάντευτη, αφού από την πλευρά μας είμαστε θετικοί η Τουρκία να γίνει μέλος της ΕΕ, αλλά και εκείνη θα πρέπει να κάνει πράξη τα πέντε πράγματα που περιλαμβάνονται στον οδικό χάρτη των ενταξιακών υποχρεώσεών της».

Μια σειρά από γεγονότα βεβαιώνουν ότι η εποχή του Ελσίνκι και η σημερινή δεν έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά. Η δυναμική της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας δεν είναι ίδια, το έλλειμμα ηγεσίας στην ΕΕ είναι εμφανές, η πολιτική της Α. Μέρκελ και του Ν. Σαρκοζί είναι γνωστή, η οικονομική κρίση δυσκολεύει όλους και δημιουργεί τεράστιες δυσχέρειες στην Ελλάδα. Κατά τη δική μου άποψη, παρ’ όλες τις δυσκολίες, υπάρχουν δυνατότητες η πρωτοβουλία να αποδώσει έστω και αν διαθέτει άλλα χαρακτηριστικά  σε σχέση με το 1999. Κάθε στοίχημα αξίζει να το προωθείς ακόμα και σε περιόδους με λιγότερης αξίας συμπτώσεις συμφερόντων, διαφορετικά «παραδίδεσαι» στην αδράνεια. Θεωρώ ότι ένα μικρότερο πακέτο συμφερόντων με την κατάλληλη πολιτική υποστήριξη μπορεί να κινήσει τη διαδικασία και να συμβάλει σε λύσεις όπως βεβαιώνει ο ευρισκόμενος σε καλό δρόμο διάλογος Ελλάδας- Τουρκίας για την επίλυση του ζητήματος της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο μέσω του Διεθνού Δικαστηρίου της Χάγης.

Τα στοιχεία που μπορεί να τύχουν νέας επεξεργασίας σε αυτό το «μικρότερο πακέτο» είναι τα εξής:

πρώτο, επαναδιατύπωση του στόχου της θεσμικής ΕΕ σε σχέση με την τουρκική υποψηφιότητα όπως συμφωνήθηκε στις 3 Οκτωβρίου 2005, δεύτερο, «επανεκκίνηση» της διαπραγμάτευσης καθώς το αδιέξοδο είναι προ των πυλών -τα κεφάλαια σβήνουν και μέχρι το τέλος του έτους μένουν μόνο τρία, και, τρίτο, η Τουρκία να καλύψει ολόκληρο τον ενταξιακό της δρόμο αν ενδιαφέρεται να διαπραγματευτεί από καλύτερη θέση τον επίλογο αυτής της μακράς και πολύπλοκης διαδρομής. Η Ελλάδα μπορεί να δουλέψει πάνω στις δυνατότητες αυτές και ο «Οδικός Χάρτης» να καλύψει ευθύνες και δικαιώματα της Τουρκίας μέσα σε συμφωνημένο χρονοδιάγραμμα. Κατ’ αυτό τον τρόπο τα περιεχόμενα του «Οδικού Χάρτη» επιτελούν έναν ουσιώδη ρόλο στην προσπάθεια για να τεθούν τα ζητήματα της Κύπρου και το Αιγαίου μεσα σε μια ευρύτερη, ευρωπαϊκή ομπρέλα. Το χρονικό ορόσημο που προτείνει ο Δ. Δρούτσας διαθέτει πλεονεκτήματα: ολοκληρώνεται η εκλογική διαδικασία στην Τουρκία, συμπίπτει –κατά ένα από τα σενάρια- με την τελική φάση διαπραγματεύσεων στο κυπριακό και είναι η περίοδος που, πιθανώς, οι δύο χώρες να καταλήξουν σε κατ’ αρχήν σχέδιο συμφωνίας για το θέμα της υφαλοκρηπίδας. Τίποτα, ωστόσο,  δεν λειτουργεί στην εξωτερική πολιτική κατά ένα αυτόματο τρόπο: χρειάζεται η καθαρή διαβούλευση ανάμεσα στην Ελλάδα, την Τουρκία και την Επιτροπή με συμμετοχή του προέδρου Μπαρόσο και της αντιπροέδρου Κ. Άστον  στη διαμόρφωση του βασικού πλαισίου.