Νέο “φόρουμ” για Λευκωσία και Λονδίνο

Η επίσκεψη Αναστασιάδη στο Λονδίνο και οι συμφωνίες που υπεγράφησαν έχουν μια ιδιαίτερη σημασία στη διπλωματική ιστορία της Κύπρου. Οι σχέσεις Λευκωσίας-Λονδίνου θεωρούνται «παραδοσιακά» δύστροπες, πέρασαν από μύρια κύματα και σήμερα βρίσκονται σε μια νέα φάση. Οι βασικές συμφωνίες όπως έγιναν γνωστές κατά τη διάρκεια της 4ήμερης επίσκεψης Αναστασιάδη (14-18/1) έχουν ως εξής:

1. Συμφωνία με την οποία οι κύπριοι πολίτες που έχουν περιουσίες μέσα στις βρετανικές βάσεις στη νήσο αποκτούν τη δυνατότητα πολεοδομικής αξιοποίησής τους όπως έχουν όλοι οι άλλοι κάτοικοι.

2. Συμπερίληψη στο κοινό ανακοινωθέν Κάμερον- Αναστασιάδη της φράσης ότι «η Κυπριακή Δημοκρατία μέσα από τη διαδικασία διαπραγμάτευσης ως ομόσπονδη Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να έχει μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια και μία διεθνή προσωπικότητα». Το ότι υποστηρίζει τη θέση αυτή η Μ. Βρετανία, χώρα-μέλος της ΕΕ, χώρα μέλος του ΣΑ του ΟΗΕ, είναι ειδικής σημασίας.

3. Επαφές Υπουργών ή άλλων παραγόντων με την επιχειρηματική κοινότητα στο Λονδίνο με στόχο την προβολή της νήσου ως σημαντικού χρηματοοικονομικού και ναυτιλιακού κέντρου καθώς επίσης και διερεύνηση του εδάφους για συνεργασία στο νέο τομέα της ενέργειας.

Σε πολλούς συμπατριώτες μας επικρατεί η άποψη ότι η καταγγελία και η περιχαράκωση είναι η καλύτερη οδός για να υπερασπιστούμε το δίκαιό μας στη διεθνή σκηνή. Αυτή η άποψη οδηγεί στον απομονωτισμό και στην καλλιέργεια κλίματος αντιπαλότητας με διάφορες χώρες, κάτι που δεν βοηθά την Κύπρο να προωθήσει τα πραγματικά της συμφέροντα. Το Λονδίνο συνδέεται σε διάφορα επίπεδα με την κυπριακή σύγχρονη ιστορία. Είναι ευθύνη της Κύπρου αυτές τις δύσκολες, γεμάτες από καχυποψίες σχέσεις να τις θέσει σε μια άλλη βάση γιατί αυτό που προέχει είναι το μέλλον και η επιτακτική ανάγκη η Κύπρος να δει τα κεντρικά της προβλήματα πάνω σε μια νέα κατεύθυνση. Η συνάντηση Κάμερον-Αναστασιάδη δείχνει αυτό το δρόμο. Οι πιο πάνω συμφωνίες δείχνουν ότι η εξωτερική πολιτική της Κύπρου ασκείται πάνω τα πραγματικά δεδομένα, σε πραγματικούς συσχετισμούς, και κατά αυτόν τον τρόπο η Λευκωσία διευρύνει τα ερείσματά της και σταδιακά επεκτείνει τις δραστηριότητές της και σε νέα πεδία όπως το ενεργειακό. Με τις επιλογές αυτές, η Κύπρος επιχειρεί να επηρεάσει τις εξελίξεις αξιοποιώντας διάφορα βήματα στο διεθνή σκηνή και προωθώντας διμερείς επαφές, ενώ αντλεί διπλωματική ισχύ από ερείσματα με σημαντικές αποφάσεις που συνδέονται με ειδικού χαρακτήρα συμφέροντα της Κύπρου.

Μια μικρή χώρα όπως η Κύπρος έχει την ευθύνη να ενδυναμώσει τη θέση της στο διεθνές σύστημα, να πιστέψει ότι με ρεαλισμό και σχέδια μπορεί να βελτιώσει τη διεθνή της θέση, εν τέλει να πείσει για την πολιτική της άποψη με πειστικότητα και την κατάλληλη –κάθε φορά- επιχειρηματολογία. Εκτιμώ ότι τα ντοκουμέντα που έχουν υπογράψει η Λευκωσία και το Λονδίνο δείχνουν ότι η εξωτερική πολιτική της Κύπρου κάνει βήματα προόδου και αυτό είναι προς όφελος του μεγάλου στόχου της επίλυσης του κυπριακού και της επιστροφής της οικονομίας από την ύφεση σε αναπτυξιακούς ρυθμούς.