Ο άγνωστος πόλεμος

Το φαινόμενο πάει στο χρόνο, έχει όμως, και τις μελλοντικές του χρήσεις. Ο Ρ.Ντενκτάς και το Τουρκικό πολιτικό σύστημα βρίσκονται σε μια περίεργη σχέση αυτονομίας και επικόλλησης. Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης έχει συσσωρεύσει δεκαετίες γνώσεων, γνωρίζει, ως εκ τούτου, πρόσωπα και πράγματα στην Άγκυρα. Έτσι καθίσταται ένας ισχυρός παίκτης στις εσωτερικές διεργασίες στην Τουρκία σε τρία επίπεδα.

  1. Εάν κρίνει ότι ορισμένοι Τούρκοι πολιτικοί τον στριμώχνουν για να κάνει κάποιες υποχωρήσεις στο Κυπριακό, είναι σε θέση να αναπροσαρμόσει τις συμμαχίες του, να κερδίσει χρόνο και να επιβάλλει σε πλήρη ταύτιση με το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, τις πιο ακραίες του θέσεις. Το παράδειγμα της Ε.Ε. είναι χαρακτηριστικό. Συμμαχεί με τους Στρατηγούς, υπονομεύει τους φιλοευρωπαίους. Επίσης η στάση του απέναντι στην Προεδρία Τ.Οζάλ υπήρξε ιδιαιτέρως εχθρική, μέσω της μετωπικής απόρριψης κάθε ιδέας για πρόοδο στο Κυπριακό.
  2. Εάν βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με την Άγκυρα, γίνεται ακόμα πιο αλαζονικός, δημιουργεί ψυχώσεις στους Τουρκοκύπριους, διακόπτει τις διακοινοτικές συνομιλίες, απειλεί. Το παράδειγμα με τους S300 είναι πολύ ενδιαφέρον: έγινε η εμπροσθοφυλακή των απειλών πάνω σε ιστορικές συγκρίσεις, και έπαιξε το χαρτί του βαλλόμενους από τους “κακούς”.
  3. Το παράδειγμα που έρχεται είναι ακόμα πιο ελκυστικό γιατί θα το συναντούμε μπροστά μας για τα προσεχή 2-3 χρόνια. Το πακέττο είναι αξεδιάλυτο και ως τέτοιο το χειρίζονται τόσοι οι Στρατηγοί στην Άγκυρα, όσο και ο πολιτικός με στρατιωτικό πάθος Ρ.Ντεντκάς.

Σε κάθε πρόοδο στις Ευρωκυπριακές σχέσεις (1995, 1998, 2000) η Τουρκία απειλεί με ενσωμάτωση των κατεχομένων στην γεωπολιτική της αξία. Εσχάτως χρησιμοποιήθηκε ο όρος “οικονομική ενοποίηση”, με ταυτόχρονη διακοπή των διακοινοτικών συνομιλιών. Το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι καθ΄εαυτό το Κυπριακό, αλλά το μέλλον των σχέσεων Τουρκίας-Ε.Ε. Με άλλα λόγια ο Ρ.Ντενκτάς χρησιμοποιεί το Κυπριακό ως εργαλείο, ως μηχανισμό για να πιέσει η Τουρκία την Ε.Ε. μέσα από το αξίωμα της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής “μας έχετε ανάγκη… δώστε κι άλλα ανταλλάγματα… μην είστε μονόπλευροι…”.

Έτσι, όσες κινήσεις έγιναν από την πλευρά του ΟΗΕ, ακόμα και οι απαράδεκτες, για την ελληνοκυπριακή πλευρά θέσεις Κ.Ανάν με τη δήλωση της 12ης Σεπτ.2000, δεν ικανοποιούν την Τουρκική πλευρά επειδή ο στόχος των κινήσεων τους είναι άλλος, και δεν έχει ευθεία σύνδεση με το κλασσικό Κυπριακό. Δεν πήρε τη δήλωση Ανάν ως βάση για διολίσθηση προς τη συνομοσπονδία. Διέκοψε τις συνομιλίες χωρίς εμφανή λόγο, κάνει πως αγνοεί το άνοιγμα Ανάν προς τα δύο “συστατικά κράτη”, επειδή κεντρικός στόχος της Άγκυρας -αυτή τη περίοδο-είναι η αντιμετώπιση του άγνωστου πολέμου με την Ε.Ε. Η πρόοδος της Κυπριακής Δημοκρατίας- πρώτη μεταξύ των έξι υποψηφίων για ένταξη, η σύμπλευση της θεσμικής λειτουργίας της Ενιαίας Κυπριακής Δημοκρατίας στο πλαίσιο των αλλαγών της Νίκαιας- δημιουργεί ισχυρούς πονοκεφάλους στην Άγκυρα. Δημιουργεί εξ ανάγκης νέα δεδομένα. Οι απειλές για την ενσωμάτωση των κατεχομένων (1995,1998) δεν είχαν κανένα πρακτικό αντίκρισμα στις Βρυξέλλες, και με βάση τις μεταρρυθμίσεις της Νίκαιας έρχεται και η πρόκληση, της απουσίας κάθε αναφοράς στην 28η Τουρκία.

Η αυτονομία του Ρ.Ντενκτάς αυτή τη φορά είναι ανάποδη. Ταυτίζεται απολύτως με τις απορίες των Στρατηγών, έχει απόλυτες αρνήσεις για το Ευρωπαϊκό μέλλον της Τουρκίας, και σπεύδει σε κάθε μέτρο για την ουσιαστική ναρκοθέτηση αυτής της εξέλιξης. Όσο περνά από το χέρι του την αχρηστεύει, ώστε να μην είναι ελπίδα ή και αναμονή ελπίδας για τους Τουρκοκύπριους. Η διακοπή των συνομιλιών υπό την αιγίδα του Γ.Γ. του ΟΗΕ συνιστά αυτήν ακριβώς την ανάγκη. Μέσω Κύπρου και Κυπριακού να περιπλεχθεί η Ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας επί των Τουρκοκυπρίων, ώστε μια ισχυρή περιπλοκή το 2003/4 να αποτελέσει έναν εθνικό συσπειρωτικό λόγο για τους εθνικιστικούς ηγέτες στην Τουρκία και τα κατεχόμενα, για νέες αξιολογήσεις στις σχέσεις Τουρκίας-Ε.Ε.