Ο Έρογλου στο προσκήνιο.

Η ψηφοφορία ανάμεσα στους τ/κ στις 19 Απριλίου 2009 σηματοδοτεί μια κινητικότητα η οποία φέρει την υπογραφή του ιατρού Ν. Έρογλου, ηγέτη του δεξιού κόμματος «Εθνική Ενότητα». Τα ποσοστά που πήρε το κόμμα του (44.5%, 26 από τις 50 έδρες στην ψευδοβουλή) του δίνουν το προβάδισμα για τη λεγόμενη «πρωθυπουργία». Το κόμμα του Μ. Α. Ταλάτ το ΡΤΚ (Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα), εξασφάλισε το 29.5% των ψήφων και 16 έδρες, το Δημοκρατικό Κόμμα του Σ. Ντενκτάς το 10% και οι 5 έδρες, η συσπείρωση των σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων του κόμματος της «Κοινοτικής Δημοκρατίας» του Μ. Τσαρκιτζί έδωσε 6% και 2 έδρες, και το Κόμμα «Ελευθερία και Μεταρρύθμιση» του Τ. Αβτζί με 5.3 % και 1 έδρα.

Στο συνολικό σκηνικό μπορεί να εξαχθούν ορισμένα πρώτα συμπεράσματα. Η νίκη Έρογλου δεν θα αλλάξει το κεντρικό προσανατολισμό του τ/κ ηγέτη Μ Α. Ταλάτ στο κυπριακό αλλά θα περιπλέξει ως ένα βαθμό το περιβάλλον μέσα στο οποίο διεξάγονται οι συνομιλίες. Σημαντικές δυνάμεις κινήθηκαν πιο συντηρητικά και αυτό δείχνει ότι έχουν σημειωθεί μετατοπίσεις στο εκλογικό σώμα. Ήδη ο Ν. Έρογλου με τις πρώτες του δηλώσεις μετά την ολοκλήρωση της ψηφοφορίας έσπευσε να καθησυχάσει την Άγκυρα εκφράζοντας πίστη στις συνομιλίες και αφοσίωση στην ΕΕ. Ταυτόχρονα ζήτησε να έχει «άνθρωπό» του στην, υπό τον Ταλάτ, διαπραγματευτική ομάδα.

Αυτή η συντηρητική μετατόπιση έχει την εξήγησή της στην άσκηση της εξουσίας από το ΡΤΚ: μικροκομματικές πρακτικές, εξυπηρετήσεις στους κομματικούς πελάτες, η σύγκρουση με τις φιλικές του συνδικαλιστικές ενώσεις και η διαρκής αντιπαλότητα με τις δυνάμεις της αριστερής αντιπολίτευσης εξηγούν τη πτώση των ποσοστών του. Σε ορισμένες περιπτώσεις το ΡΤΚ, έπεσε στην παγίδα να εφαρμόσει πρακτικές που κατήγγειλε στο παρελθόν, και αυτό φαίνεται να οδήγησε ένα μέρος του εκλογικού σώματος στην αποδοκιμασία αυτής της ανακολουθίας. Ο πρόεδρός του ΡΤΚ Φ. Σογιέρ με τις παλαιοκομματικές του πρακτικές μάλλον θα αποτελέσει παρελθόν από την ηγεσία του.

Το περιβάλλον που δημιουργεί το εκλογικό αποτέλεσμα αφορά κατά ένα μέρος τους συσχετισμούς δυνάμεων μέσα στην τ/κ κοινότητα τους οποίους θα υποχρεωθεί να αναγνώσει ο Ταλάτ και, κατά άλλο μέρος, συνδέεται με την επιλογή της Άγκυρας να υποστηρίξει την ολοκλήρωση του κύκλου των διαπραγματεύσεων του Ταλάτ με τον πρόεδρο Χριστόφια. Η Άγκυρα θα συνεχίσει την υποστήριξή της προς τον Μ. Α. Ταλάτ και τους χειρισμούς του στο κυπριακό και αυτή η επιλογή ξεπερνά κατά πολύ τους εκλογικούς αριθμούς της 19ης Απριλίου. Ήδη κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου ο Έρογλου αισθάνθηκε την πολιτική επιθυμία της Άγκυρας να «κοντύνει» την επιρροή του, πρώτα με την προβολή της σχέσης του ιδίου με την «Εργκένεκον», και δεύτερο, με την επιδεικτική αγνόηση του από τον Τ. Μπαγίς, στενό συνεργάτη του Τ. Ερτογάν ο οποίος επισκέφθηκε τα κατεχόμενα τρεις ημέρες πριν την ψηφοφορία και είχε συναντήσεις μόνο με τον πρόεδρο του ΡΤΚ Φ. Σογιέρ και τον πρόεδρο του Κόμματος «Ελευθερία και Μεταρρύθμιση» Τ. Αβτζί.

Η κυβέρνηση Τ. Ερτογάν απέδειξε ότι δεν επιθυμεί να αποσταθεροποιήσει την ενταξιακή της πορεία με δική της ευθύνη, και γι’ αυτό θα δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην διαπραγματευτική προσπάθεια του Μ. Ταλάτ, ενώ θα βρει ένα τρόπο «συγκατοίκησης» με τον Ν. Έρογλου. Η πραγματική συγκατοίκηση μπορεί να επιτευχθεί υπό τον όρο να μην επηρεαστούν ζωτικά συμφέροντα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.