Ο Σ. Πέρες και η Κύπρος

  Το Ισραήλ είναι δίπλα μας. Σε πολλά σημεία της εξωτερικής του πολιτικής ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Α. Σιαρόν είναι παράδειγμα προς αποφυγήν. Αλαζών, επιθετικός, τρέφει με την πολιτική του έναντι των παλαιστινίων του φαύλο κύκλο της αιματοχυσίας και  των αδιεξόδων.

            Μια εξέλιξη στη χώρα αυτή αξίζει να ιδωθεί από άλλη οπτική. Ο Α. Σιαρόν πέρασε από το Υπουργικό Συμβούλιο μια πρόταση για μια μερική λύση στο ζήτημα των οικισμών σε παλαιστινιακά εδάφη, ενώ οι πληροφορίες φέρουν τον Κ. Πάουελ – με την ιδιότητα του τέως ΥΠΕΞ των ΗΠΑ – να αναλαμβάνει πρωτοβουλία μέσα στους πρώτους μήνες του 2005 για επίλυση του μεσανατολικού.

            Το πρώτο στοιχείο είναι απλή εξέλιξη, ενώ το δεύτερο είναι πληροφορία. Αυτά τα δύο όμως είναι αρκετά για να οδηγήσουν τον ιστορικό ηγέτη των Εργατικών Σ. Πέρες σε συνεργασία σε κυβερνητικό επίπεδο με τον κορυφαίο αντίπαλο του Α. Σιαρόν. Έτσι το «Λικούντ» και οι Εργατικοί πάνε μαζί στο 2005, και ο Σ. Πέρες γίνεται αναπληρωτής πρωθυπουργός του Α. Σιαρόν. Αυτό το θέμα αφορά το Ισραήλ με ότι αυτό σημαίνει (ισχυρότερη θέση από παλαιστινίους, πυρηνική δυνατότητα, στρατηγική συμπόρευση με ΗΠΑ).Ακόμα και έτσι, το Ισραήλ ενώνει πιο πολλές δυνάμεις του (Λικούντ, Εργατικοί) για να είναι ακόμα πιο δυνατό σε πιθανές εξελίξεις μέσα στο 2005.

            Όλα τα πιο πάνω είναι πολύ κυπριακά. Η Κύπρος μπαίνει στο 2005 με ορισμένα δεδομένα ή πιθανότητες.

Πρώτον ένα εσωτερικό μέτωπο που παραμένει ιδιαιτέρως διχασμένο, άρα εκ των πραγμάτων αδύναμο για να αντιμετωπίσει με επιτυχία πιθανές εξελίξεις μέσα στο 2005 ,και,

 Δεύτερον, εάν μέσα σε αυτή τη χρονιά το κυπριακό έχει να συναντήσει πρωτοβουλίες για επίλυση, το βάθρο πάνω στο οποίο θα αναπτυχθούν είναι η ποιότητα του εσωτερικού μας μετώπου. Ο βαθμός συναντίληψης ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις, ο βαθμός και το είδος του εσωτερικού διαλόγου ανάμεσα στους Ε/Κ. Αυτά τα δύο στοιχεία είναι καταλυτικά ως προς τους επιδιωκόμενους στόχους και τις δυνατότητες να έχουμε πιο ενισχυμένη διαπραγματευτικά θέση. Η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε. είναι ένα πολιτικό   /διπλωματικό κεκτημένο. Από μόνο του όμως δεν λειτουργεί ως αυτόματος πιλότος. Χρειάζεται επιπρόσθετες πολιτικές δράσεις, οι οποίες – σε κάθε περίπτωση – θα έχουν λιγότερη ή περισσότερη αποτελεσματικότητα ανάλογα με το βαθμό ενότητας στο εσωτερικό μας μέτωπο.

            Αυτά τα στοιχεία δεν κυκλοφορούν, έτσι, στην τύχη. Τα σχεδιάζει κανείς, τα δημιουργεί έχοντας μεγάλες επιδιώξεις, τα προβάλλει ως ένα πλαίσιο αλλαγών με κεντρικό στόχο την ισχυρότερη Κύπρο.