Οδηγία και δημοσιογραφία

Το Ευρωκοινοβούλιο έκανε αυτό που του αναλογούσε. Με ψήφισμά του ζήτησε την επικαιροποίηση της ισχύουσας Κοινοτικής Οδηγίας για τις Υπηρεσίες των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, προκειμένου να καθιερωθούν κανόνες που θα επιβάλλουν τη διαφάνεια στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των ΜΜΕ στην Ευρώπη και στις «συγκρούσεις συμφερόντων» που ενδεχομένως να χαρακτηρίζουν τις δραστηριότητες των ιδιοκτητών τους. Σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ στο ΚΥΠΕ στο ψήφισμα υποστηρίζεται ότι «θα πρέπει να υπάρξουν παράλληλα κανόνες που θα διέπουν τη λειτουργία των ΜΜΕ έτσι ώστε να υπάρχει δίκαιη πρόσβαση σ` όλους τους εμπλεκόμενους πολιτικούς και ενδιαφερόμενους φορείς, σε περιπτώσεις διεξαγωγής εκλογών και δημοψηφισμάτων.Το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας για τις Υπηρεσίες Οπτικοακουστικών ΜΜΕ θα πρέπει να διευρυνθεί ώστε να καθιερώσει ελάχιστα κριτήρια για την προστασία του θεμελιώδους δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης και της πληροφόρησης, της ελευθερίας του τύπου και της πολυφωνίας. Οι αλλαγές στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών για τα ΜΜΕ που διευκολύνουν την παρέμβαση των κυβερνήσεων στον Τύπο, πρέπει να παρακολουθούνται κάθε χρόνο σε επίπεδο ΕΕ, προκειμένου να διαφυλαχθεί η ελευθερία του Τύπου και η πολυφωνία και να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας των δημοσιογράφων».

Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης «με το ψήφισμα το Ευρωκοινοβούλιο επιθυμεί να προστατεύσει την ανεξαρτησία των δημοσιογράφων τόσο απέναντι σε εσωτερικές πιέσεις από εκδότες ή ιδιοκτήτες όσο και απέναντι σε εξωτερικές πιέσεις, προερχόμενες από πολιτικά ή οικονομικά λόμπι». Οι ευρωβουλευτές «προτρέπουν την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να υποστηρίξουν την ερευνητική δημοσιογραφία, η οποία παρακολουθεί τη δημοκρατία και αποκαλύπτει εγκληματικές παραβάσεις. Η ηθική δημοσιογραφία θα πρέπει επίσης να προωθείται στην ΕΕ, όμως οι ρυθμιστικές Αρχές για τα ΜΜΕ πρέπει να είναι πάντα ανεξάρτητες και να έχουν δημιουργηθεί από τον ίδιο τον κλάδο των ΜΜΕ».

Το ψήφισμα είναι θετικό, επιχειρεί διαπιστώσεις, θέτει προϋποθέσεις, ασκεί πιέσεις. Η κατεύθυνση βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, δείγμα γραφής ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παρακολοθεί τα δεδομένα και ενδιαφέρεται για αλλαγές. Το ψήφισμα, ωστόσο, δεν αποτελεί μια πραγματική πρόταση καθώς χρειάζεται πλήρης συνεργασία με την Επιτροπή, ώστε μια κοινοτική οδηγία να δώσει νέες λύσεις σε παλαιά προβλήματα. Το ψήφισμα θέτει με σαφήνεια  το ζήτημα να τεθούν «κανόνες που θα επιβάλλουν την διαφάνεια στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των ΜΜΕ στην Ευρώπη και στις συγκρούσεις συμφερόντων που ενδεχομένως να χαρακτηρίζουν τις δραστηριότητες των ιδιοκτητών τους». Αυτή η διαπίστωση χρειάζεται μελέτη και εφαρμογή, όχι μόνο περιγραφή καθώς περιπτώσεις όπως εκείνη του Μπερλουσκόνι καθιστούν την πραγματικότητα πολύ περίπλοκη, και η οποία κινείται μερικές φορές στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από ότι αναφέρει το ψήφισμα.

 Σε καμμιά περίπτωση η πραγματικότητα δεν αλλάζει με διαπιστώσεις αλλά με συνεπείς προσπάθειες για να τεθούν νέες βάσεις διαφάνειας στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, με περισσότερες πρωτοβουλίες από τις ρυθμιστικές αρχές και, κυρίως, με την συνεπή προσπάθεια για «την ανεξαρτησία των δημοσιογράφων τόσο απέναντι σε εσωτερικές πιέσεις από εκδότες ή από εκδότες ή ιδιοκτήτες όσο και απέναντι σε εξωτερικές πιέσεις, προερχόμενες από πολιτικά ή οικονομικά λόμπι». Θεωρώ ότι η φράση « οι ευρωβουλευτές προτρέπουν την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να υποστηρίξουν την ερευνητική δημοσιογραφία» είναι πολύ σημαντική καθώς συνδυάζει τις σημερινές δυσκολίες από την οικονομική κρίση στο χώρο των ΜΜΕ με την επιθυμητή δημοσιογραφικά κατεύθυνση. Η ερευνητική δημοσιογραφία είναι αναπόσπαστο τμήμα μιας σύγχρονης κοινωνικής οργάνωσης. Η αυτόνομη δημοσιογραφία συνεισφέρει πληροφόρηση, γνώση και κριτική θεώρηση των πραγμάτων, συνεπώς είναι ένα σημαντικό εργαλείο για να βγούμε από την κρίση.