Οι χαμηλές πτήσεις σε αδιέξοδο!

Η επικαιρότητα είναι γεμάτη με παραδείγματα ότι η κρίση ελάχιστα μας έκανε σοφότερους, λίγα στο χώρο της πολιτικής και του συνδικαλισμού δείχνουν ότι έχουμε κατανοήσει τι έφταιξε και πέσαμε στον γκρεμό. Έτσι όσοι έχουν ψευδαισθήσεις ότι κάτι αλλάζει με τη δική μας θέληση και τη δική μας προσπάθεια μπορούν να προσγειωθούν. Οι Κυπριακές Αερογραμμές αποτελούν μια ουσιώδη βάση για να δούμε πώς πάνε τα πράγματα.

Στις 30 Οκτωβρίου 2014 ο Υπουργός Οικονομικών Χ. Γεωργιάδης ανέφερε ότι «οι πληρωμές του κράτους προς τις Κυπριακές Αερογραμμές έφτασαν στα 130 εκ. ευρώ». Έδωσε και στοιχεία κατά έτος: 16,6 εκ. ευρώ το 2007, 20 εκ. ευρώ το 2011, στα 42 εκ. ευρώ το 2012, στα 39,2 εκ. ευρώ το 2013 και στα 12,2 εκ. ευρώ το 2014». Το θέμα των κρατικών ενισχύσεων βρίσκεται για μελέτη και τελική απόφαση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθώς το ερώτημα αν τα χρήματα καλώς ή κακώς δόθηκαν θα δοθεί από τις Βρυξέλλες. Απο τις δηλώσεις Γεωργιάδη μπορεί κάποιος να συμπεραίνει ότι μάλλον η ΕΕ θα θεωρήσει άκυρες τις κρατικές ενισχύσεις. Σήμερα παρακολουθούμε ένα θέατρο του παραλόγου: όσοι ψήφιζαν και έδιναν τα ποσά αυτά στις ΚΑ χωρίς να έχουν κάνει την σχετική συνεννόηση με την αρμόδια Επιτροπή στις Βρυξέλλες, ζητούν με παρρησία «να επιβιώσει ο εθνικός αερομεταφορέας», αλλά δεν λένε πώς και με τι χρήματα, και, κυρίως, δεν απαντούν στο ερώτημα τι θα γίνει με τα 130 εκ. αν η Επιτροπή κρίνει ως μη παραδεκτές τις ενισχύσεις. Οι ΚΑ χρειάζονταν μια ουσιώση λύση με την αναζήτηση στρατηγικού επενδυτή ενωρίτερα, σε χρόνο με καλύτερες προϋποθέσεις για ολόκληρο το σύστημα. Αντί να αναζητήσουμε λύση στον πιο κατάλληλο χρόνο, αδιαφορούσαμε, ψηφίζαμε ομόφωνα στη Βουλή τις ενισχύσεις, σπρώχναμε την επίλυση στο χρόνο, στην ουσία σπρώχναμε τις ΚΑ σε στρατηγικό αδιέξοδο. Σήμερα τα πράγματα κρέμονται από μια κλωστή και, δυστυχώς, από μηχανής θεός υπάρχει μόνο στο αρχαίο θέατρο.

Ο Υπουργός Εσωτερικών Σ. Χάσικος δήλωσε στις 10 Νοεμβρίου ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών, ότι «ξεπερνούν τα 600 εκατομμύρια οι οφειλές των Δήμων που βουλιάζουν στα χρέη…για το μεγαλύτερο μέρος αυτών των χρημάτων εγγυητής είναι το κράτος». Όλοι γνωρίζουν ότι ο χώρος της ΤΑ είναι γεμάτος από κενά, παραλείψεις, κακοδιοίκηση. Μια απλή ματιά στις ετήσιες Εκθέσεις του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας λέει πολλά. Η λύση είναι μια και είναι πολιτική γιατί καμμιά χώρα στον κόσμο με το μέγεθος της Κύπρου και κάτω από δανειακό πρόγραμμα δεν μπορεί να αντέξει 34 δήμους σε πλήρη λειτουργία! Αυτό αποτελεί έναν ακόμα ακραίο παραλογισμό μέσα στον οποίο αναπτυχθήκαμε τις τελευταίες δεκαετίες! Η λύση είναι απλή: δραστική μείωση των δήμων, συνένωση, συνέργειες. Για παράδειγμα η Έγκωμη και ο Άγιος Δομέτιος θα μπορούσαν να ανήκουν στο Δήμο Λευκωσίας όπως είναι σήμερα η Παλλουριώτισσα. Με αυτή την προσέγγιση η διοικητική και αναπτυξιακή δομή θα αλλάξουν προς το καλύτερο. Αλλά τι θα γίνει με τους τίτλους και τα αξιώματα σε μια κοινωνία που διεκδικεί με πάθος τη διανομή τους; Δύσκολο ερώτημα, αλλά το πώς θα βρεθούν τα 600 εκ είναι και αυτό μέρος της εξίσωσης.

Η υπόθεση σχετικά με το συμβόλαιο της Γενικής Ελέγκτριας έχει διάφορες διαστάσεις. Για παράδειγμα ο απίθανος μηνιαίος μισθός της. Αυτό είναι μια καλή ευκαιρία για να δούμε με νέο τρόπο την πολιτική αυτή με την υιοθέτηση ενός μέγιστου εισοδήματος για τους κρατικούς αξιωματούχους, ενός αριθμού που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες μιας κοινωνίας που πολεμά να ορθοποδήσει και που θα ανταποκρίνεται στο κυρίαρχο αίσθημα της συμβολής όλων στο ξεπέρασμα της κρίσης. Λύσεις απλές, καθαρές, λύσεις που να προωθούν το γενικότερο αίσθημα της κοινωνικής αλληλεγγύης.

Για να πάμε σε μια διαφορετική κατεύθυνση απαιτείται σχέδιο, πρόσωπα που να πιστεύουν σε μια μεταρρύθμιση, επιμονή και επικοινωνιακό πλάνο. Χωρίς το τελευταίο, δεν πάμε πουθενά. Χωρίς μια ενημερωμένη με στοιχεία και κατευθύνσειςς κοινή γνώμη, δεν θα αλλάξουμε και το πιθανότερο θα μείνουμε στα μισά του δρόμου. Έτσι εξηγείται και το δημοσίευμα στον «Φιλελεύθερο» στις 11 Νοεμβρίου ότι συντελούνται «διεργασίες» για τη δημιουργία νέας δημοσιοϋπαλληλικής οργάνωσης από δημόσιους υπαλλήλους που νιώθουν «απογοήτευση προς τους χειρισμούς της ηγεσίας της ΠΑΣΥΔΥ σε σειρά σοβαρών ζητημάτων, όπως οι περικοπές μισθών και άλλων δικαιωμάτων, καταλογίζοντάς της ανεκτικότητα». Ακριβώς αυτό: Μια οργάνωση που υιοθέτησε και ενίσχυσε τις ειδικές ρυθμίσεις, που αδιαφόρησε για τις γενικότερες ρυθμίσεις ή τις ανάγκες της κοινωνίας, είναι φυσικό επακόλουθο να αντιμετωπίζει αυτού του είδους την κριτική -ότι δεν υπερασπίστηκε σθεναρά την δημοσιοϋπαλληλική τάξη στην εποχή της κρίσης. Ότι έκτιζε για δεκαετίες, σήμερα επιστρέφει με τη μορφή φάρσας!