Πολιτική και επικοινωνία στο Κυπριακό

Συχνά οι εκλογικές συμμαχίες, ο σχεδιασμός για προεκλογικές ζυμώσεις δημιουργούν τάσεις και στερεότυπα τα οποία με τη σειρά τους δημιουργούν μετεκλογικές πιέσεις. Έτσι η επικοινωνία καθορίζει την ουσία γιατί ένα μέρος της κοινής γνώμης πιστεύει ότι η επικοινωνία έχει ήδη κατασκευάσει ως «αληθές». Στην ιστορία του κυπριακού τα στοιχεία λένε ότι μερικές φορές αυτή η πρακτική μπορεί να φέρει και νίκες βασισμένες στην παραπλανητική ενημέρωση με την κατασκευή μιας τεχνητής πραγματικότητας. Θυμίζω ότι η ήττα Γ. Βασιλείου στις προεδρικές εκλογές του 1993, είχε προετoιμαστεί μήνες πριν μέσα από τη διαρροή ενός εγγράφου από το ΥΠΕΞ με το οποίο επιχειρήθηκε να καταδειχθεί ότι ο Βασιλείου ήταν «μη αρκούντως αγωνιστικός», αφού αποδέχθηκε τις Ιδέες και τον Χάρτη Γκάλι ως βάση για λύση, ενώ οι «πιο αγωνιστικές δυνάμεις» τις δέχονταν ως βάση για διαπραγμάτευση. Πάνω σε ένα επικοινωνιακό τρυκ («βάση για λύση ή βάση για διαπραγμάτευση») άλλαξε το πολιτικό σκηνικό, ο νέος πρόεδρος Γ. Κληρίδης εγκατέλειψε την ουσία και πήγαμε για μεγάλο χρονικό διάστημα συζητώντας Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης όπως Βαρώσια και Αεροδρόμιο Λευκωσίας! Έτσι ένα επαρκές σχέδιο λύσης όπως ήταν αυτό του τότε ΓΓ του ΟΗΕ Μ. Μ. Γκάλι μπήκε στο περιθώριο.

Σήμερα φαίνεται να επηρεάζει το σκηνικό στις διακοινοτικές συνομιλίες Αναστασιάδη-Έρογλου η για τρία χρόνια επίμονη δημόσια συζήτηση σχετικά με «δώρα του Χριστόφια στον Ταλάτ» που «πρέπει να αποσυρθούν». Κάθε παρατηρητής που βλέπει με πληρότητα τις εξελίξεις και ενδιαφέρεται για την πρόοδο στις συνομιλίες, αντιλαμβάνεται ότι το «πακέτο για τη διακυβέρνηση» που συμφωνήθηκε μεταξύ Χριστόφια-Ταλάτ είναι σημαντικό, η αξιοποίηση και όπου κριθεί αναγκαίο η βελτίωσή του, είναι μια παραγωγική διαδικασία και σήμερα. Το πακέτο αυτό προνοεί ε/κ πρόεδρο και τ/κ αντιπρόεδρο, συμμετοχή κάθε κοινότητας στις εκλογές της άλλης με σταθμισμένη ψήφο. Αυτή η σύγκλιση όπως υποστήριξα σε άρθρο μου στην εφημερίδα «Πολίτης» στις 17 Οκτωβρίου 2009 προβλέπει ότι «η τ/κ κοινότητα να συμμετέχει με ποσοστό 20% στην εκλογή ε/κ προέδρου και με το ίδιο ποσοστό θα συμμετέχουν οι ε/κ ως κοινότητα στην εκλογή τ/κ αντιπροέδρου…(αυτό) βελτιώνει το σύστημα των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου οι οποίες προέβλεπαν απολύτως ξεχωριστή διαδικασία εκλογής προέδρου και αντιπροέδρου από τις δύο κοινότητες. Άρα, ανταποκρίνεται καλύτερα στο σύστημα ΕΕ».

Το 2010 ο ΓΓ του ΟΗΕ ζήτησε να γίνει η πιο πάνω σύγκλιση μια «ενδιάμεση συμφωνία» ανάμεσα στα δύο μέρη με την σφραγίδα του ΟΗΕ. Δεν συμφώνησε ο τότε πρόεδρος Χριστόφιας για λόγους που οφείλονταν στις κομματικές ισορροπίες (διαφωνία ΔΗΚΟ) και έτσι η συμφωνία έμεινε μετέωρη για να μπορέσει με σχετική ευκολία ο Ν. Ερογλου να την θέσει στο περιθώριο με την ανάδειξή του στην ηγεσία των τ/κ τον Απρίλιο 2010. Έτσι ο ΓΓ του ΟΗΕ Μπαν κι Μουν στην επίσκεψή του στη Λευκωσία (31 Ιανουαρίου 2010) συναντήθηκε με τον πρόεδρο Δ. Χριστόφια και τον τ/κ ηγέτη Μ. Α. Ταλάτ και έμεινε μόνο στις δηλώσεις ενθάρρυνσης αντί στην υπογραφή της ενδιάμεσης συμφωνίας- « είμαι ενθαρρυμένος που οι δύο ηγέτες με έχουν προσωπικά διαβεβαιώσει για την κοινή δέσμευσή τους για μια συνολική λύση το συντομότερο δυνατό» (ΚΥΠΕ, 1/2/2010)

Σήμερα συζητείται ακόμα το θέμα «δώρα Χριστόφια» γιατί επικοινωνιακά ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης πιστεύει ότι είναι πράγματι έτσι, κάτι πολύ συνηθισμένο στις εικονικές πραγματικότητες που δημιουργούν συχνά τα ΜΜΕ. Είναι όμως πολύ σημαντικό να υπογραμμίσει κανείς ότι αυτή την γραμμή την προωθούν δυνάμεις που διαφωνούν με την ομοσπονδιακή λύση, αλλά δεν τολμούν να πουν αυτό που πραγματικά πιστεύουν. Γι’ αυτό ενώ ασκούν κριτική, δεν αντιπροτείνουν, παρεμποδίζουν αλλά δεν λένε τι, πότε και με ποιους θα επιτύχουν το ουσιωδώς καλύτερο. Έτσι συχνά καταλήγουμε σε αδιέξοδα και αυτό είναι ένα μέρος του προβλήματος που αντιμετωπίζει σήμερα ο πρόεδρος Αναστασιάδης. Αντίθετα, μια αποφασιστική στάση της σημερινής κυβέρνησης για αξιοποίηση κάθε σημαντικού κειμένου που έχει κατοχυρώσει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ο ΟΗΕ, συμβάλλει σε μια πιο επιθετική διπλωματική δραστηριότητα με κατεύθυνση την επίλυση. Κατ’ αυτό τον τρόπο ξεπερνά ήσσονος σημασίας τριβές με τον ΟΗΕ και οργανώνει σε ένα πιο ευρύ φάσμα την πολιτική των συγκλίσεων ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις που ενδιαφέρονται για πρόοδο παράλληλα με την αξιοποίηση κάθε ερείσματος στο διεθνές πεδίο -ισχυρότερη συμμετοχή της ΕΕ στις συνομιλίες, σημαντικές επαφές Αναστασιάδη με Γιούγκερ και Μέρκελ, ωφέλη από την επίσκεψη Μπάιντεν, υδρογονάνθρακες ως «καταλύτης» αλλαγών, ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης με παίκτη την ελεύθερη Κύπρο.

Σε κάθε περίπτωση η προϋπόθεση είναι σαφής. Κάθε σοβαρή προσπάθεια για επίλυση στο κυπριακό έχει αντίπαλο την παράταξη της ακινησίας. Αν δεν αντιμετωπιστεί με σοβαρά επιχειρήματα, με τεκμηρίωση και με πειθώ, τότε κάθε προσπάθεια θα προσκρούει στην αγωνία που προκύπτει από την εξέλιξη των πραγμάτων και τα επίθετα που θα ακολουθήσουν. Η αναζήτηση ομοσπονδιακής λύσης δεν είναι μια διαδικασία ανοικτού-τέλους. Έχει πολιτικά όρια και χρονοδιαγράμματα επί του εδάφους. Δεν γνωρίζω αν το Εθνικό Συμβούλιο μπορεί ή επιθυμεί να μεταβεί στα κατεχόμενα -αν το πράξει θα μπορούσε να δει βόρεια από το κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα τι σημαίνει να κινητοποιήσουμε τους κύπριους πολίτες στην κατεύθυνση της εφικτής λύσης πριν όλα να είναι πολύ αργά.