Σχολικές Εφορείες: διορισμοί και αντιδράσεις

Η αυγουστιάτικη ιστορία με τους διορισμούς μελών των σχολικών εφορειών δεν μπορεί, έτσι, απλώς και μόνο να θεωρηθεί ως μέρος της καλοκαιρινής ραστώνης. Επειδή είναι μια διαρκής υπόθεση με διαρκείς διαπλοκές στο πολιτικό μας σύστημα, μπορεί και πρέπει να σχολιασθεί με την απαιτούμενη διαχρονικότητα.. Οι συμπεριφορές της κυβέρνησης και οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης, δυστυχώς, μοιάζουν με παλιές φωτοτυπίες.

Α. Η Κυβέρνηση και ειδικά το Υπουργείο Παιδείας υπέκυψε στη νοοτροπία της διανομής λαφύρων σε στελέχη τοπικής εμβέλειας των δύο φιλοκυβερνητικών κομμάτων. Η συνολική συμπεριφορά της κυβέρνησης ήταν ανάλογη, έτσι και οι Σχολικές Εφορείες αρχίζουν το έργο τους με λιγότερη αξιοπιστία και ακόμη πιο λίγη εγκυρότητα. Η συγκυβέρνηση δέχεται πολλές και ποικίλες πιέσεις για εξυπηρετήσεις. Στον βαθμό που δεν μπορεί να ικανοποιήσει όλες, τις μεταφέρει στον κατώτερο δυνατό βαθμό…

Β. Εάν η Συγκυβέρνηση απλώς επαναλαμβάνει τον εαυτό της, η Αντιπολίτευση αντιδρά αριθμητικά για να βεβαιώσει και τους καλόπιστους ότι εάν εκείνη ήταν στην εξουσία δεν θα είχαμε πολύ διαφορετικά πράγματα. Το ΑΚΕΛ μπαίνει στον πειρασμό της αναλογικής εκπροσώπησης και διαμαρτύρεται ότι «από τα 423 μέλη των Σχολικών Εφορειών που διορίστηκαν, μόνο το 10% ανήκει στον χώρο του…». Η ΕΔΕΚ οργίζεται, όχι μόνο για τους αριθμούς, αλλά και γιατί «η Υπουργός Παιδείας εξαπάτησε τον πρόεδρο του κόμματος κ. Λυσσαρίδη». Η «εξαπάτηση» οφείλεται σε αναθεωρήσεις των προθεσμιών που έκανε η Υπουργός Παιδείας, ώστε η ΕΔΕΚ αντί να δώσει τη λίστα τον Δεκέμβριο του ’95 (όπως γραπτώς δεσμευόταν η Υπουργός), αιφνιδιάστηκε με τη δημοσιοποίηση των ονομάτων μέσα στο καλοκαίρι!

Το ΚΕΔ ακολουθώντας και εκείνο την πεπατημένη οδό, καταγγέλλει το Υπουργείο Παιδείας ότι «παρέλειψε να ενημερώσει το ΚΕΔ προτού εξαγγελθούν οι νέοι διορισμοί». Και προφανώς το Υπουργείο δεν πάσχει από «προχειρότητα»,όπως καταγγέλλει το ΚΕΔ. Απλώς το Υπουργείο εκθέτει όλους στη διαδικασία της λίστας από ονόματα, ώστε όλοι στο τέλος να είναι ολίγον συνένοχοι και ασφαλώς η μερίδα του λέοντος να είναι εκεί που όλοι γνώριζαν από πριν ότι θα ήταν!

Γ. Επομένως οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης δεν επαρκούν και δεν πείθουν ότι αποτελούν διαφορετικές λύσεις σε σοβαρά ζητήματα. Οι διαφορές και οι αντιδράσεις είναι ποσοτικές, δεν είναι διαφορές ποιότητας. Γιατί, εάν ήταν ποιότητας, τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν θα έπρεπε να μπουν στο παιχνίδι της λίστας. Θα μπορούσαν, όμως, να διατυπώσουν προτάσεις για διαφορετικό τρόπο στις επιλογές, όπως λ.χ. τη μεταφορά αυτής της αρμοδιότητας στην εκλεγμένη Τοπική Αυτοδιοίκηση, η οποία σε συνεννόηση με μαζικούς φορείς, να κάνει επιλογές στις Σχολικές Εφορείες με κριτήρια τη γνώση, την ικανότητα και την επάρκεια των προσώπων που θα τις στελεχώσουν. Δεν θα αποκλειστούν οι κομματικοί παράγοντες, αλλά το κομματικό κριτήριο δεν θα είναι το μόνο κριτήριο για τις επιλογές. Θα εμπλουτιστεί η διαδικασία, θα πάρει νέες κατευθύνσεις, ώστε με την πάροδο του χρόνου να είναι μια σοβαρή υπόθεση για τις τοπικές κοινωνίες. Με ποιοτικά κριτήρια και έξω από τα μαγειρεία της λίστας…

Εφημερίδα, το Βήμα, 1996