Τι είναι ο Σημίτης;

Η Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε. στην Κοπεγχάγη (12/13 Δεκ. 2002) έδωσε στον Κ. Σημίτη μια ουσιαστική άνοδο της δημοτικότητας του στον ελλαδικό χώρο (44% τον θεωρούν ως καταλληλότερο να κυβερνήσει την Ελλάδα, έναντι 36% του Κ. Καραμανλή – έρευνα της Metron Αnalysis, αμέσως μετά την Κοπεγχάγη). Τα νούμερα των δημοσκοπήσεων είναι συνήθως ευμετάβολα. Γι’ αυτό σταθερή βάση παραμένει η αυθεντική λαϊκή βούληση. Ο Κ. Σημίτης (1996, 2000) σε εθνικές εκλογές, και σε όλες τις κομματικές αναμετρήσεις στο ΠΑΣΟΚ (από τον Ιανουάριο του 1996 εώς σήμερα) βγήκε νικητής.

Κάθε σοβαρή πολιτική περίοδος (1996/2002) έχει τις σφραγίδες των ηγετών της, και αντιστρόφως. Ο Κ. Σημίτης εξέφρασε και τα δύο. Είναι ώριμος εκφραστής ενός ισχυρού πλειοψηφικού κοινωνικού ρεύματος στην Ελλάδα που ζητά ρήξεις με το πελατειακό κράτος, την αναξιοκρατία, το λαϊκισμό, το κράτος – παροχών, και τις υποσχέσεις χωρίς όρια.

Ο Κ. Σημίτης διατύπωσε ένα περιεκτικό πολιτικό πρόγραμμα για το κράτος – στρατηγείο, νέα σχέση δημόσιου – ιδιωτικού τομέα, περισσότερη αποκέντρωση, και ασφαλώς αξιοπιστία που εγγυώνται μόνο τα αξιόπιστα πρόσωπα. Η ελληνική κοινωνία ενέκρινε αυτό το σχέδιο δράσης, και το ΠΑΣΟΚ τρέχει στους νέους ρυθμούς.

Είναι, κατά την άποψή μου, σπάνια περίπτωση στην Ν.Ε. Ιστορία η άνοδος και κυρίως η επιβίωση του Κ. Σημίτη στον ελληνικό πολιτικό στίβο. Πολιτικός χαμηλών τόνων, μέτριος εώς κακός στο μπαλκόνι, εχθρός της δημαγωγίας, ορθολογιστής, κατάφερε να πείσει την πλειοψηφία σε ένα λαό που θήτευσε για δεκαετίες στις υπερβολές, την αμετροέπεια, και τους “μάγους” της πολιτικής.

Δυο μεγάλες στιγμές ήρθαν να βεβαιώσουν πως ο Κ. Σημίτης – αν και δεν είχε περάσει από υπουργείο σχετικά με εξωτερική πολιτική – κατάφερε πολύ περισσότερα από τους “ειδικούς”, του είδους. Οι δύο μεγάλες στιγμές αφορούν το Ελσίνκι (1999) και την Κοπεγχάγη (2002).

Ο Κ. Σημίτης έγινε Υπουργός Γεωργίας (1981) και Υπουργός Εθνικής Οικονομίας (1985-87) επί ΠΑΣΟΚ, Υπ. Εθνικής Παιδείας επί Οικουμενικής με Ξ. Ζολώτα (1990), Υπ. Εμπορίου και Βιομηχανίας (1992-95) ξανά με ΠΑΣΟΚ και Α. Παπανδρέου Πρωθυπουργό.

Η εκλογή του (16 Ιανουαρίου, 1996) στη θέση του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ και Πρωθυπουργού σηματοδότησε την αλλαγή μέσα στο ΠΑΣΟΚ, τη μετάβαση του κινήματος, σε μια νέα φάση ωρίμανσης, σοσιαλιστικού ρεαλισμού, και με εφικτούς στόχους (λ.χ. ΟΝΕ) και πραγματοποιήσιμες στοχεύσεις (άνοδος βιοτικού επιπέδου, μεγάλα έργα, υποδομές, θεσμική ανάπτυξη).

Ο Κ. Σημίτης εμπιστεύτηκε τον πρώτο κύκλο δραστηριοτήτων (1996) στο χώρο της εξωτερικής πολιτικής στον Γ. Κρανισιώτη και τον Χρ. Ροζάκη. Κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο – ενίοτε και ιδιοκτησιακό – που ασκούσε ο Θ. Πάγκαλος τόσο στους υφυπουργούς του, όσο και στον αν υπουργό Γ. Παπανδρέου, η εξέλιξη έμελλε να είναι απροσδόκητη. Ο Θ. Πάγκαλος εξανάγκασε τον Χρ. Ροζάκη σε παραίτηση, ο Γ. Κρανιδιώτης χάθηκε στο μοιραίο Falcon, αλλά ο Θ. Πάγκαλος δεν βρίσκεται στους σχεδιασμούς Σημίτη σε ότι αφορά την εξωτερική πολιτική, πιθανώς και ευρύτερα. Ο Γ. Παπανδρέου έδειξε διορατικότητα, αντοχές, πειστικότητα. Σήμερα η “γραμμή” του έχει ευρύτατη λαϊκή συναίνεση – και εκτός ΠΑΣΟΚ. Κατά συνέπεια ο Κ. Σημίτης δημιούργησε νέο κύκλο εξωτερικής πολιτικής, έδωσε δυνατότητες σε νέα στελέχη, με νέες προσεγγίσεις και έκλεισε το δρόμο στους παραδοσιακούς διαχειριστές του είδους (Ι. Χαραλαμπόπουλος, Κ. Παπούλιας, Γ. Καψής, Γ.Α. Μαγκάκης).

Ο άξονας Κρανιδιώτη – Ροζάκη (1996) έδωσε ένα κείμενο – πυξίδα για την νέα εξωτερική πολιτική και πάνω σε αυτήν κινείται – διευρίνοντάς την – ο Γ. Παπανδρέου. Οι επιλογές των προσώπων χαρακτηρίζουν εκείνον που κάνει τις επιλογές, έτσι και ο Κ. Σημίτης έδωσε στον Γ. Κρανιδιώτη την διαχείρηση του Κυπριακού και των ευρωκυπριακών σχέσεων. Ο Γ. Κρανιδιώτης με πλήρη κάλυψη από τον Κ. Σημίτη σχεδίασε το Ελσίνκι (απρόσκοπτη ένταξη της Κύπρου) και ο Γ. Παπανδρέου έμελλε να δουλέψει πάνω στο σχέδιο αυτό με μεγάλη επιτυχία.

Για χρόνια η Ελλάδα δεν μπορούσε να διαγράψει σοβαρή εξωτερική πολιτική. Επί Σημίτη έχει αξιόπιστη δράση, έχει σχέδια, έχει σημαντικά κέρδη, (Ευρωτουρκικές σχέσεις, Κοπεγχάγη, Ελσίνκι ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.) Ασφαλώς υπάρχουν περιθώρια βελτιώσεων, αλλά κεντρικό πλαίσιο υπάρχει.

Ο Κ. Σημίτης δέχθηκε σφοδρές επιθέσεις ως “ενδοτικός”, “ολιγότερον πατριώτης”, “εχθρός” της Κύπρου. Σήμερα, ουδείς από αυτό το μπλοκ μπόρεσε – έστω, μετά την Κοπεγχάγη – να αναθεωρήσει τις ιδεοληψίες του για τον “εχθρό” – Σημίτη.

Ο Κ. Σημίτης, κατά τη γνώμη μου μπορεί να ενταχθεί στην πρώτη ομάδα των ευρωπαίων σοσιαλιστών ηγετών, σε κύρος, αξιοπιστία, ιδεολογική υπεροχή και συνέπεια. Ηγέτης του μεγαλύτερου σοσιαλιστικού κόμματος της Ευρώπης, έδειξε αντοχές, εμπλούτισε την σοσιαλιστική ιδεολογία, με σημαντικά δείγματα θεωρητικού υλικού και με έργο μακράς πνοής (λ.χ. ένταξη στην ευρωζώνη με διατήρηση του κοινωνικού κράτους). Η Κύπρος οφείλει πολλά στην διορατικότητα, την εργατικότητα, και την διεθνή απήχηση του Κ. Σημίτη. Έδωσε σε όλους ένα καλό “ορισμό” στο τι είναι πατριωτισμός στη νέα εποχή.