Το αταίριαστο ταγκό Ερτογάν – Οτσαλάν…

Οι εξελίξεις στα ανατολικά σύνορα της Τουρκίας είναι από κάθε άποψη εντυπωσιακές. Η διπλή επίθεση της τουρκικής αεροπορίας κατά θέσεων του ISIL και του PKK σε συνδυασμό με το άνοιγμα στρατιωτικών βάσεων στο τουρκικό έδαφος για χρήση από τα αμερικάνικα αεροπλάνα για επιθέσεις κατά του ISIL, δημιουργεί νέα δεδομένα στην περιοχή και, κατά έναν τρόπο, μπορεί να αλλάξει τις ισορροπίες ισχύος στην περιοχή. Τι ώθησε την τουρκική κυβέρνηση να αλλάξει την πολιτική της;

Πρώτο, η επιθυμία της να εμποδίσει την «συνάντηση» δυνάμεων του κούρδων της Συρίας και της Τουρκίας σε ένα κοινό έδαφος στα σύνορα Συρίας-Τουρκίας, συνεπώς να απομακρύνει τον κίνδυνο ανεξέλεγκτων συμμαχιών, δεύτερο, να τιμωρήσει το PKK εξαιτίας επιθέσεών του σε επιλεγμένους στόχους στην Α. Τουρκία όπως είναι τα αστυνομικά τμήματα, τρίτο, να ανταλλάξει τη συμμετοχή της με συμφωνία με την Ουάσιγκτον για σχηματικό «ουδέτερης ζώνης» στη Β. Συρία, τέταρτο, να αλλάξει με τον τρόπο αυτό τις κομματικές ισορροπίες στο πολιτικό σκηνικό της Τουρκίας μετά τις εκλογές της 7ης Ιουνίου, και, πέμπτο, να μετριάσει το βάρος που έχει αναλάβει για την ανακούφιση σύρων προσφύγων καθώς ένα μέρος τους, με την έναρξη της λειτουργίας της «ουδέτερης ζώνης», θα διαμένει σε αυτήν.

Το εσωτερικό σκηνικό στην Τουρκία δεν είναι πλέον ίδιο με αυτό που υπήρχε πριν την εκλογική αναμέτρηση της 7ης Ιουνίου. Η αλλαγή συντελείται με επίκεντρο την παρουσία στη Βουλή του, υπό τον Ντεμίρτας, Δημοκρατικού Κουρδικού Κόμματος (ΔΚΚ) το οποίο έλαβε ποσοστό της τάξης τιυ 13% και συμμετέχει με 80 βουλευτές στην τουρκική εθνοσυνέλευση. Το κουρδικό ζήτημα φαινόταν πως θα μπορούσε να φτάσει σε μια ειρηνική συμφωνία. Σε αυτήν προσπάθεια έλαβαν μέρος το γραφείο του τούρκου πρωθυπουργού, το ΔΚΚ, ο Α. Οτσαλάν με συναντήσεις εκπροσώπων της κυβέρνησης και του ΔΚΚ στις φυλακές του Ιμραλί, και εκπρόσωποι του PKK. Οι τελευταίοι έδειχναν να ακολουθούν τις εντολές Οτσαλάν για παράδοση των όπλων και σταδιακή ενσωμάτωση των μαχητών του στην ειρηνική ζωή και έτσι στον τερματισμό μιας αιματοχυσίας 30 ετών με 40.000 νεκρούς. Στις 22 Μαρτίου 2015 ο Οτσαλάν ζήτησε από τους κούρδους μαχητές του PKK να δώσουν τέλος στην ένοπλη μάχη λέγοντας σε σχετικό μήνυμά στην εορτή των κούρδων ότι «ενώ πλησιάζουμε προς την επίλυση αυτής της διένεξης που διαρκεί 30 χρόνια με την επίτευξη μιας οριστικής ειρήνης, πρώτος μας στόχος είναι να επιτύχουμε μια δημοκρατική λύση. Καλώ το PKK να διεξαγάγει ένα έκτακτο συνέδριο την άνοιξη προκειμένου να λάβουμε μια στρατηγική και ιστορική απόφαση αφοπλισμού».

Τι δεν πήγε καλά σε αυτή την προσπάθεια παρά την πλήρη και σαφή υποστήριξη Οτσαλάν στη διαδικασία ειρήνευσης; Νομίζω ότι δεν βοήθησαν το μακρόσυρτο χρονοδιάγραμμα που υιοθέτησε η τουρκική κυβέρνηση και οι ταλαντεύσεις μερίδας του συντονιστών του PKK. Στους τελευταίους μήνες των διαπραγματεύσεων ένα πλέγμα συμφερόντων εμφανίστηκε ως το «κουρδικό εμπόδιο» στο προσωπικό σχέδιο Ερτογάν για μετατροπή του συντάγματος σε προεδρικού τύπου σύστημα εξουσίας, καθώς μόνο μια εκλογική επιτυχία του ΔΚΚ μπορούσε να το ακυρώσει, όπως και έγινε με την εκλογική επιτυχία του στις εκλογές της 7ης Ιουνίου.

Σήμερα οι εξελίξεις αλλάζουν πλήρως το σκηνικό. Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δίνουν πλήρη κάλυψη στις επιθέσεις της τουρκικής αεροπορίας κατά κουρδικών στόχων στο Β. Ιράκ, καθώς έτσι διασφαλίζουν την ενεργητική συμμετοχή της Τουρκίας στη μάχη κατά του ISIL. Ο Λευκός Οίκος χαρακτήρισε «τρομοκρατική οργάνωση» το PKK, χαιρετίζοντας τις προσπάθειες της Τουρκίας να καταπολεμήσει τις δυνάμεις του ISIL στη Συρία και διευκολύνοντας τη συμμαχία για επιθέσεις από το τουρκικό έδαφος. Το PKK ακύρωσε την έως τώρα εκεχειρία με τη φράση «δεν έχει πλέον νόημα μετά τα έντονα πλήγματα του τουρκικού στρατού κατοχής».

Η μάχη για μια ειρηνική επίλυση του κουρδικού δέχεται μια ουσιαστική οπισθοδρόμηση και εκ των πραγμάτων περιπλέκεται στις ισορροπίες συμφερόντων στη Συρία, τις σχέσεις της Άγκυρας με τον ηγέτη των κούρδων στο Β. Ιράκ Μπαρζανί καθώς στις εξελίξεις στη μάχη κατά του ISIL. Οι πολεμικές επιχειρήσεις κατά των δυνάμεων του ακραίου ισλαμισμού αποτελούν την κύρια προτεραιότητα του ευρύτατου συνασπισμού υπό τις ΗΠΑ, ενώ το κουρδικό γίνεται ένα «επί μέρους» ζήτημα κάτω από τη ρευστότητα που εμφανίζει η πολιτική και τη διπλωματία στα βουνά που συνδέουν τρεις χώρες-Τουρκία, Συρία, Ιράκ.