Το δίκαιο και το συμφέρον.

Η παραδοσιακή πρακτική στη δημιουργία πολιτικού λόγου στην Κύπρο είναι λίγο πολύ γνωστή. Επαγγελματίες με ισχυρή σύνδεση με τους πελάτες τους (κυρίως ιατροί, δικηγόροι) επέλεγαν ένα κόμμα, γίνονται βουλευτές, ασχολούνταν με τα κοινά. Αυτή η ενασχόληση θεωρήθηκε ως «πολιτική». Είναι όμως αυτό πολιτική; Θεωρώ ότι στην Κύπρο έλειψε η αναζήτηση ενός πλαισίου γενικών προϋποθέσεων για την άσκηση της πολιτικής. Θεωρώ ότι η πολιτική δεν είναι εμπειρισμός, ούτε απλώς δήλωση του τύπου «θέλω να προσφέρω». Απαιτείται ένας συνδυασμός επιστημονικής και τεχνικής κατάρτισης, απόκτηση της βασικής δεξιότητας, ικανότητα ανάλυσης και συμμετοχής στη δημιουργία προγραμματικού λόγου. Πέρα από αυτό έχει ειδική σημασία ο πολιτικός να ενδιαφέρεται για τις εξελίξεις στον γύρω κόσμο γιατί μόνο έτσι μπορεί να αντλήσει διδάγματα και εμπειρίες για την Κύπρο. Σήμερα αυτό που κυριαρχεί είναι η γκρίνια και η καταγγελία, η καταδίκη και οι απαντήσεις σε δηλώσεις που δεν αρέσουν. Απουσιάζει ο προγραμματικός λόγος, η συνέπεια και η συνέχεια στην προώθηση μιας πολιτικής. Το κυπριακό αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα συνεπούς εφαρμογής της πολιτικής της καταγγελίας. Επειδή έχουμε δίκαιο, πιστεύουμε ότι αυτό θα φέρει (κάποτε) τις διαδικασίες της προόδου. Επειδή όμως αυτό δεν έχει συμβεί, προκαλεί απορίες και επιπλέον οδηγεί σε καταδίκες. Στα ζητήματα αυτά ο πολιτικός λόγος σε ορισμένα σχήματα, έμεινε στα πρώτα στάδια της κυπριακής ανεξαρτησίας. Έχουμε δίκαιο, και όποιος δε το αναγνωρίζει είναι εχθρός μας. Αυτή η πολιτική προσέγγιση δεν παράγει πρόοδο, γιατί αγνοεί τον πιο βασικό κανόνα στην άσκηση πολιτικής, αγνοεί ότι για να υπάρξει συμβολή στην επίλυση ενός προβλήματος όπως στο κυπριακό χρειάζεται να υπάρχει διαδικασία που να οδηγεί σε σύμπτωση συμφερόντων, άρα διάφορες δυνάμεις να συγκλίνουν προς έναν σκοπό.

Η ρήση του Θουκυδίδη αφορά κάθε σημερινό ζήτημα. Το γνωστό επιχείρημα που απευθυνόταν στους Αθηναίους στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου διατηρεί τη ζωτικότητά του: «είναι προς το συμφέρον σας να μας βοηθήσετε». Το επιχείρημα δεν αφορούσε το δίκαιο, (έχουμε δίκαιο, βοηθήστε μας) ούτε ήταν αναφορά στα απαράγραπτα δικαιώματα (σεβασμός στις οικουμενικές αξίες). Το πραγματικό επιχείρημα (σας συμφέρει να μας βοηθήσετε) είναι το μόνο κατανοητό στη διεθνή σκηνή και δείχνει τον πιο γρήγορο δρόμο στη διεθνή πολιτική για να επιλυθεί κάποιο ζήτημα. Ασφαλώς δεν είναι αρκετό από μόνο το επιχείρημα -αυτό πρέπει να αντανακλάται στους πραγματικούς συσχετισμούς, να τεκμηριώνεται με τα κατάλληλα επιχειρήματα για να κερδίσουν το ενδιαφέρον του συνομιλητή. Αν αυτό το επιχείρημα δεν είναι πειστικό τότε ένα πρόβλημα μπορεί να μείνει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας ή να πάρει τελείως διαφορετικές διαδρομές. Το κυπριακό για μια σειρά από λόγους ( γεωπολιτική θέση της Κύπρου, Τουρκία, Ελλάδα, Α. Μεσόγειος) δεν ανήκει στην κατηγορία των θεμάτων που θεωρούνται ακίνητα. Οι συσχετισμοί δύναμης που το αποτελούν, δεν ευνοούν διατήρηση του σημερινού status quo. Για αυτό υπάρχει ελπίδα για ανατροπή. Η πολιτική που οδήγησε στην ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ σε ορισμένες περιπτώσεις περιείχε τέτοια στοιχεία, κινητοποίησε δυνάμεις, έπεισε χώρες να αλλάξουν στάση, δημιούργησε αξιόπιστη προοπτική και τελικά οδήγησε στην πιο μεγάλη επιτυχία της Κύπρου, μετά την εισβολή. Με μια υποσημείωση: η πολιτική αυτή στα βασικά της σημεία κατακτήθηκε από την Ελλάδα -η Κύπρος συνέβαλε σε άλλα επίπεδα. Αυτή η «βενιζελική» πολιτική που οδήγησε στην ένταξη, αποτελεί και σήμερα τον πρακτικό κανόνα για αξιοποίηση στο κυπριακό. Είναι η πολιτική πρόταση που μπορεί να προσφέρει περισσότερα.