Το Κυπριακό εκκρεμές

Οι εξελίξεις στο κυπριακό φαίνεται να μην οδηγούν στο επιθυμητό αποτέλεσμα-ουσιαστικές συνομιλίες, συγκλίσεις επί των ουσιωδών μερών του. Είναι ένα μεγάλο αδιέξοδο η τελική κατάληξη της παρούσας φάσης των μη συνομιλιών, και, εάν, ναι, τι πρακτικά σημαίνει αυτό; Στη δική μου κρίση, τα πράγματα όπως δείχνουν σήμερα, οδεύουν σε ακινησία, γεγονός που πρέπει να προβληματίσει την κυβέρνηση, τα κόμματα που ενδιαφέρονται για πρόοδο και τον κάθε πολίτη ξεχωριστά. Είναι απολύτως βέβαιο ότι χρειάζονται σημαντικές αποφάσεις από τον πρόεδρο Αναστασιάδη γιατί μόνο ο ίδιος διαθέτει τη δυνατότητα να αναστρέψει μια πορεία που οδηγεί σε πλήρες αδιέξοδο. Σε κάθε φάση του κυπριακού, θεωρώ, ότι τυχόν διαφωνίες με τη Γραμματεία του ΟΗΕ  χρειάζεται να παραμένουν σε διπλωματικό επίπεδο, ο ΟΗΕ όλοι γνωρίζουμε πώς λειτουργεί, αλλά αυτό που κυρίως μετρά για την ε/κ κοινωνία είναι πώς να αξιοποιηθεί η θετική του διάσταση με υπομονή και επιμονή. Πάνω σε αυτή την κατεύθυνση υποστηρίζω τα πιο κάτω:

  1. Η μεγάλη πλειοψηφία των ε/κ, σχεδόν το 70%, διαθέτει μια θετική στάση στην αποδοχή μιας βιώσιμης, ομοσπονδιακής λύσης, όπως περιγράφεται στα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Το υπόλοιπο ποσοστό, σε διάφορες διαβαθμίσεις, υιοθετεί λύση του τύπου «όπως είμαστε». Κατά συνέπεια η κινητοποίηση της μεγάλης πλειοψηφίας, οι συνεργασίες, η καθημερινή μάχη για την εφικτή λύση, η στράτευση στην υπόθεση της ενωμένης Κύπρου είναι απολύτως θέμα ισχυρής πολιτικής απόφασης, σχεδιασμού με τη συμμετοχή των πολιτών σε μια αναγκαία πορεία. Οι στρατηγικές κτίζονται, οι πολίτες πείθονται με τεκμηριωμένα επιχειρήματα ότι η εφικτή λύση είναι δική μας υπόθεση, ενώ η πολιτική να «μείνουμε όπως είμαστε» ταυτίζεται με την μοιρολατρεία και την «ψήφο» στη συρρίκνωση του κυπριακού ελληνισμού.
  1.  Είναι δυνατή μια αναζωογόνηση του διαλόγου στο επίπεδο των διακοινοτικών συνομιλιών; Δύσκολο, αν ακολοθήσουμε την πεπατημένη, εφικτό αν υιοθετήσουμε αναγκαίες αλλαγές. Εκτιμώ, πως μπορούμε να αλλάξουμε την κατάσταση πραγμάτων με μεγάλες αποφάσεις όπως λ.χ. με τη συμβολή Άιντα στην υποβολή γεφυρωτικών προτάσεων στη βάση της Συμφωνίας της 11ης Φεβρουαρίου 2014, όπως λ.χ. με τη δημιουργία task force κάτω από την Προεδρία της Δημοκρατίας με σκοπό τη συμβολή της ΕΕ σε σημεία της διαπραγμάτευσης, όπως λ.χ. με την αξιοποίηση των συγκλίσεων Χριστόφια-Ταλάτ σε τρία κεφάλαια που ο ΟΗΕ κατέγραψε ουσιώδεις συγκλίσεις (διακυβέρνηση, οικονομία, ΕΕ), όπως λ.χ. με την αναζωογόνηση της πολιτικής επικοινωνίας ανάμεσα στις δύο κοινότητες όπως δείχνει το παράδειγμα της Επιτροπής για τη Διατήρηση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς με πρόεδρο τον Τ. Χατζηδημητρίου. Όλα μαζί, και ιδιαίτερα το τελευταίο, δείχνουν μια κατεύθυνση η οποία στην παρούσα συγκυρία (ψηφοφορία του Απριλίου ανάμεσα στους τ/κ) ευνοεί τις φιλικές προς τη λύση υποψηφιότητες (Σιμπέρ, Ακκιντζί) και θέτει εμπόδια στην υποψηφιότητα Έρογλου.
  1.  Στα κεφάλαια της διαπραγμάτευσης, υπάρχει πολλή συζήτηση σχετικά με το θέμα της συνέχειας της τ/κ διαπραγματευτικής τακτικής. Ο Ν. Έρογλου δεν διαθέτει την ίδια άποψη με τον Ταλάτ στο ζήτημα των «συγκλίσεων» και αυτό περιπλέκει τα πράγματα. Αυτό είναι σωστό, σε ένα βαθμό. Ο άλλος βαθμός είναι πως η Τουρκία υιοθέτησε τις συγκλίσεις που συμφώνησε ο Ταλάτ, η Άγκυρα αποδέχθηκε τις συγκλίσεις στο κεφάλαιο της διακυβέρνησης που βελτίωναν ουσιωδώς τις συμφωνίες Ζυρίχης και σχετικές πρόνοιες των σχεδίων Ανάν -κυρίως η πρόνοια για τη σταθμισμένη ψήφο κατά την εκλογή της πολιτειακής ηγεσίας σε μια ενωμένη Κύπρο. Τα άλλα τρία κεφάλαια έχουν τη δική τους ιδιαιτερότητα: εγγυήσεις και ασφάλεια σημαίνει πρωταγωνιστικός ρόλος στην ΕΕ, το εδαφικό παραμένει για μια «έξυπνη» διαπραγμάτευση. Ιδιαίτερα περίπλοκο παραμένει το κεφάλαιο για το περιουσιακό.
  1. Τα σημαντικά διαπραγματευτικά χαρτιά έχουν πραγματικό νόημα, μόνο αν τα αξιοποιείς, μόνο αν καταφέρνεις να μεγιστοποιήσεις τη βαρύτητά τους σε μια διαδικασία. Η συμφωνία για το φυσικό αέριο στην οποία έφτασαν οι προηγούμενοι διαπραγματευτές (μετά τη λύση, τα έσοδα στην ομοσπονδιακή τράπεζα, 85% των εσόδων για την ε/κ πολιτεία, 15% για την τ/κ, με αύξηση του 15% ανάλογα με την αύξηση στη συμβολή της τ/κ πολιτείας στο ενιαίο ΑΕΠ) δείχνει ότι το θέμα έχει συζητηθεί κατά το παρελθόν και έδωσε αποτέλεσμα. Συνεπώς, είναι σημαντική η θέση Αναστασιάδη ότι «είναι εξίσου πρόδηλο ότι η συμμετοχή των Τουρκοκύπριων συμπατριωτών μας επί θεμάτων που άπτονται της διαχείρισης και εκμετάλλευσης του φυσικού πλούτου της χώρας προϋποθέτει τη λύση του κυπριακού προβλήματος με βάση τα όσα μέχρι σήμερα έχουν συμφωνηθεί», και, ότι «είναι εξίσου κατανοητό ότι όλες οι εκκρεμότητες που δεν έχουν συμφωνηθεί θα μπορούσαν να συζητηθούν κατά το τελικό στάδιο των διαπραγματεύσεων, όταν κατατεθούν οι Χάρτες των εδαφικών αναπροσαρμογών και εφόσον ο διάλογος θα ευρίσκεται στην τελική πορεία λύσης» (5 Ιανουαρίου 2015). Η προσέγγιση Αναστασιάδη έχει ήδη τύχει θετικού σχολιασμού από τον αντιπρόσωπο του ΓΓ του ΟΗΕ Άιντα, ο οποίος, δέκα ημέρες μετά,  δήλωσε «ότι η μπάλα βρίσκεται στο τουρκικό γήπεδο».
  2. Η δήλωση Άιντα δεν συνιστά μια αυτόματη διαδικασία αλλαγών. Ωστόσο, η κίνηση Αναστασιάδη της 5ης Ιανουαρίου σημαίνει συμπόρευση με τους διεθνείς παίκτες, ισχυροποίηση της θεσης της Λευκωσίας απέναντι στις κινήσεις τακτικής της Άγκυρας μέσω Barbaros, και, κυρίως, προετοιμασία του εδάφους για ουσιαστικές συνομιλίες μετά το πέρας της ψηφοφορίας ανάμεσα στους τ/κ στις 19 Απριλίου. Ο επόμενος χρόνος προσφέρει ρεαλιστικές δυνατότητες για να προχωρήσουν τα πράγματα για μια λύση στην οποία οι δύο κοινότητες θα λειτουργούν «μακριά» όπως το επιθυμούν και «κοντά» όσο το επιδιώκουν σε ένα κοινό κράτος ενταγμένο στο θεσμικό περιβάλλον της ΕΕ.