Το μονιμότερο συμφέρον της πόλης…

Είναι μια πολύ γνωστή συνήθεια το να «ανησυχούμε» όταν διεξάγονται συνομιλίες για την επίλυση του κυπριακού, ενώ όταν υπάρχει αδιέξοδο και ακινησία δεν διατυπώνεται καμιά εισήγηση ή έστω κάποια ανησυχία. Αυτό δείχνει πως ορισμένες δυνάμεις μάλλον από αδυναμία να διαγράψουν μια προοπτική για το μέλλον παραμένουν σιωπηλές μπροστά στο ερώτημα «τι πρέπει να γίνει».  Βλέπω πέντε μεγάλα και αλληλένδετα θέματα στο ζήτημα:

  1. Ορισμένοι πιστεύουν ότι αρκεί που καταγγείλαμε την Τουρκία, έτσι κάναμε το καθήκον μας και ότι αυτό συνιστά «πολιτική»!. Ασφαλώς αυτό είναι μια στρεβλή αντίληψη για την πολιτική γιατί ισοδυναμεί με παραίτηση από τη βασική ευθύνη. Η πολιτική της «καταγγελίας»  είναι στην πράξη  ένας δρόμος που οδηγεί αργά ή γρήγορα στην αποδοχή της ιδέας ότι δεν μπορεί να γίνει τίποτα, άρα να αποδεχθούμε μοιρολατρικά την εκ των πραγμάτων διχοτόμηση της πατρίδας μας, αφού, κατά την επικρατούσα θεωρία,  δεν μπορούμε ως μικρή χώρα να κάνουμε πολλά και η Τουρκία είναι αμετακίνητη.
  2. Ορισμένοι πιστεύουν ότι «έτσι θέλει να ακούει ο κόσμος», άρα ανεβάσουν τον πήχυ της καταγγελίας έτσι που να επενδύσουν σε κάποιες ψήφους. Η θεωρία ότι λέμε ότι θέλει να ακούσει ο κόσμος είναι τραγικά λανθασμένη. Πιστεύω βαθιά ότι η κοινή γνώμη προσέχει τις προτάσεις εφόσον είναι τεκμηριωμένες, έχουν ποιότητα, στόχο, κατεύθυνση. Ηγέτες με κύριο ενδιαφέρον στην πρόσκαιρη  φήμη, επιχειρούν να χειραγωγήσουν στην επικαιρότητα με ρητορικές κορώνες. Η σημερινή εικόνα της σύγχυσης έχει άμεση σχέση με την προηγούμενη κυριαρχία του συνθηματικού λόγου.
  3. Η πραγματικότητα στο κυπριακό είναι πως ενώ οι συνομιλίες έχουν σταματήσει, η «ζωή» δεν μένει ακίνητη και τα τετελεσμένα της εισβολής εδραιώνονται στην κατεχόμενη Κύπρο. Άρα ακινησία υπάρχει μόνο στη φαντασία μας: για ορισμένες δυνάμεις στην Τουρκία ή και δυνάμεις  ανάμεσα στους τ/κ και στους έποικους υπάρχει «καλύτερη» λύση από τη επίλυση: η διαιώνιση της σημερινής κατάστασης πραγμάτων. Αυτή η πραγματικότητα σημαίνει ότι η Κύπρος επιβάλλεται να διαγράφει τη δική της στρατηγική στα πράγματα με στόχο την τερματισμό της κατοχής και την ανάδειξη της ΕΕ ως τον καταλύτη της λύσης. Για την Κύπρο η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής στο περιβάλλον της ΕΕ είναι μια κορυφαία προτεραιότητα. Βασική προϋπόθεση για την επιτυχή άσκησή της είναι η σωστή πληροφόρηση για τις τάσεις και τα ρεύματα στην ΕΕ, η συνεχής διαβούλευση με τη θεσμική ΕΕ  και τις ισχυρές χώρες, ο διαρκής αγώνας για ενίσχυση των ερεισμάτων της, η προσπάθεια για τη δημιουργία μιας «θετικής εικόνας» για την Κύπρο και το ρόλο της ως θετικού παίκτη στις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Η σημερινή άσκηση της εκ περιτροπής Προεδρίας της ΕΕ είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα θετικής εικόνας.
  4. Το να επιτύχεις σύνθετους στόχους είναι έργο δύσκολο και πολυσύνθετο. Κυρίως απαιτεί να έχεις καθαρή στόχευση σε σχέση με το κυπριακό, πολιτική ήρεμου κλίματος  στο εσωτερικό, ειλικρινή συνεννόηση ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις, πολιτική απαλλαγμένη από προσωπική ή κομματική ιδιοτέλεια, αξιοποίηση των νέων τάσεων στο χώρο του πολιτικού marketing, παρακολούθηση των θέσεων που προβάλλουν άλλες χώρες ή διεθνείς οργανισμοί.
  5. Χρειαζόμαστε μια διαφορετική αντίληψη για την πολιτική. Χρειαζόμαστε αυτό που ο Θουκυδίδης ονόμασε πολιτική που θα υπηρετεί το «μονιμότερο συμφέρον της πόλης»- αυτό που θα υπερτερεί της πολιτικής που έχει ως στόχο την  «απόλαυση μιας πρόσκαιρης δόξας». Στην ουσία χρειάζεται μια αλλαγή πορείας γιατί είναι πατριωτική ευθύνη όλων να υιοθετήσουμε μια στρατηγική ελευθερίας για όλη την Κύπρο βασισμένη στο συνδυασμό «ψηφίσματα του ΟΗΕ -ΕΕ καταλύτης της λύσης».