Ιερές ανησυχίες,αρχιερατικές αντιφάσεις

Λάρκος Λάρκου

Σύμφωνα με σχετικό δελτίο τύπου της Αρχιεπισκοπής (13/12) «η Ιερά Σύνοδος (ΙΣ) συνήλθε σήμερα σε έκτακτη συνεδρία, υπό την προεδρία του Αρχιεπισκόπου Χρυσόστομου και ασχολήθηκε με τις τρέχουσες εξελίξεις στο Κυπριακό». Έτσι η ΙΣ γραπτώς διατυπώνει «βαθύτατο προβληματισμό και έντονες ανησυχίες για τα όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας σε σχέση με τη Διάσκεψη της Γενεύης για την Κύπρο». Όπως σημειώνεται στο δελτίο τύπου, «ύστερα από διεξοδική συζήτηση, όλα τα μέλη της Συνόδου, εξέφρασαν το βαθύτατο προβληματισμό και τις έντονες ανησυχίες τους, για όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας, αναφορικά με τον επερχόμενο νέο κύκλο συνομιλιών στη Γενεύη, από τις 9 μέχρι και τις 12 Ιανουαρίου 2017».

Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε όπως ο Αρχιεπίσκοπος έλθει σε επαφή με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας «με την παράκληση να παραστεί ενώπιον της Ιεράς Συνόδου, για να ενημερώσει την ολομέλεια της, για τις τρέχουσες εξελίξεις του εθνικού μας θέματος και δεχθεί τις ερωτήσεις ενός εκάστου των μελών της Συνόδου. Η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε, επίσης, να καλέσει και άλλα πολιτικά πρόσωπα, για να ακούσει τις απόψεις τους με στόχο να δημιουργήσει μια ολοκληρωμένη εικόνα των γεγονότων και ανάλογα να τοποθετηθεί. Η Ιερά Σύνοδος καλεί το λαό, κατά τις δύσκολες και κρίσιμες αυτές ώρες σε ενότητα και ομοψυχία».

Επειδή ορισμένα θέματα μπαίνουν σε μια πιο σφαιρική διάσταση, θυμίζω ότι στις 12 Σεπτεμβρίου 2016 η ΙΣ δημοσιοποίησε τις σκέψεις της γύρω από τις εξελίξεις στο κυπριακό. Και ότι «μελέτησε το εθνικό μας θέμα σε σχέση με τις φήμες ότι επίκειται σύντομα συμφωνία». Η ΙΣ εξέφρασε «την ευχή όπως εξευρεθεί μία βιώσιμη λύση, η οποία θα επιτρέψει την επιβίωση του Ελληνισμού στη γη των πατέρων του και την ομαλή συμβίωση, σε συνθήκες ισοπολιτείας, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων». Ωστόσο, η ΙΣ «έχουσα υπόψη της, όμως, την πάγια τουρκική θέση περί κατάργησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, εκφράζει την έντονη ανησυχία της για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, που θα είναι ολέθριο για τον λαό μας. Αν, καταργηθεί η Κυπριακή Δημοκρατία και αντικατασταθεί με ένα νέο κράτος, βασισμένο σε δύο ίσες πολιτείες, είναι σίγουρο – η πολιτική της Τουρκίας διαχρονικά δεν μας αφήνει περιθώρια αμφιβολίας – ότι πολύ σύντομα η Τουρκία θα οδηγήσει σε αδιέξοδο τα πράγματα και μη μπορώντας, χωρίς την τουρκική συγκατάθεση, να απευθυνθούμε σε Διεθνείς Οργανισμούς, θα είμαστε όμηροι στα χέρια της, πράγμα που θα σημάνει την αρχή του τέλους του Ελληνισμού στην Κύπρο».

Οι δύο αυτές ανακοινώσεις έχουν έναν ενδιάμεσο σταθμό. Μετά τη διάσκεψη στο Μοντ Πελεράν 1, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιστρέφοντας την Κύπρο είδε και ενημέρωσε τον Αρχιεπίσκοπο στις 14 Νοεμβρίου. Ο Αρχιεπίσκοπος χαρακτήρισε τη συνάντηση «πολύ καλή», προσθέτοντας ότι  «μπορώ να πω ναι, είμαι πιο αισιόδοξος, αλλά θέλει καλή διαπραγμάτευση». Επίσης, δήλωσε ότι διαβεβαίωσε τον Πρόεδρο Αναστασιάδη ότι «η Εκκλησία θα συνεχίσει να σε στηρίζει και θέλουμε να διεκδικείτε σε όλο το μέγεθος τα δίκαια του λαού μας. Ξέρουμε ότι υπάρχουν πιέσεις, δεν θέλω να μου πείτε ότι υπάρχουν πιέσεις, το ξέρω ότι υπάρχουν, αλλά για αυτό το σκοπό είμαστε κοντά σας, για να σας δίνουμε δύναμη διαπραγματευτική την οποία να χρησιμοποιείτε».

Πώς φτάνει κανείς από τη φράση «μπορώ να πω, ναι, είμαι πιο αισιόδοξος, αλλά θέλει καλή διαπραγμάτευση», στη θέση «η ΙΣ εκφράζει βαθύτατο προβληματισμό και έντονες ανησυχίες για τα όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας σε σχέση με τη Διάσκεψη της Γενεύης για την Κύπρο»; Η απάντηση δεν είναι, δυστυχώς, δύσκολη. Η ΙΣ δεν προσέχει καθόλου τις θέσεις που εκφράζει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο ΔΗΣΥ ή το ΑΚΕΛ, ή και άλλες δυνάμεις, καθώς η ΙΣ κατά βάση υιοθετεί τις ανησυχίες που εκφράζουν κάθε μέρα τα κόμματα του «ενδιάμεσου» χώρου, ότι επίκειται καταποντισμός στο κυπριακό. Δεν συνιστά κάποιο ζήτημα το ότι ο Αρχιεπίσκοπος κάνει αντιφατικές δηλώσεις. Προσέχω όμως ότι όλα τα μέλη της ΙΣ -όπως σημειώνει η ανακοίνωση της αρχιεπισκοπής-, έχουν προσχωρήσει στον κύκλο των μονίμως ανησυχούντων, δεν εμπιστεύονται τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που εκπροσωπεί την ε/κ κοινότητα στις συνομιλίες και, φαίνεται ότι δεν πείθονται πως η μεγάλη πλειοψηφία της συντεταγμένης ε/κ κοινότητας, υποστηρίζει την προσπάθεια με καλές προθέσεις. Αμφισβητούν την ικανότητα της ε/κ ηγεσίας να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, διερωτώνται για την καταλληλότητα μιας κορυφαίας διαβούλευσης τον Ιανουάριο. Έτσι, κάτω από το καθεστώς ενός «βαθύτατου προβληματισμού», ζητούν από τον πρόεδρο «να παραστεί ενώπιον της Ιεράς Συνόδου, για να ενημερώσει την ολομέλεια της, για τις τρέχουσες εξελίξεις του εθνικού μας θέματος και δεχθεί τις ερωτήσεις ενός εκάστου των μελών της Συνόδου».

Είναι πραγματικά απροσδόκητο ότι η ΙΣ να παίρνει διαρκώς και πιο ανοικτά θέσεις, υπό το πρόσχημα της «ανησυχίας», υπέρ της αμφισβήτησης της διαπραγματευτικής διαδικασίας, και πρακτικά υπέρ της υπονόμευσής της. Δεν είναι καθόλου πειστικό πως τα μέλη της ΙΣ θέλουν «να παραστεί (ο πρόεδρος) ενώπιον της Ιεράς Συνόδου, για να ενημερώσει την ολομέλεια της». Αυτό έχει γίνει και άλλες φορές, ο Πρόεδρος ενημερώνει, κατά περιόδους, την ΙΣ, και συνεπώς έχουν αρκετά καλή εικόνα για το θεμελιώδες πλαίσιο μέσα στο οποίο εξελίσσεται η διαπραγμάτευση. Η τελευταία ανακοίνωση, υπό το φως μιας «ανησυχίας», συνιστά μια παρέμβαση με καθαρά κομματική χροιά, δείγμα γραφής ότι η ΙΣ παραμένει διστακτική, αν όχι εχθρική, απέναντι στην  πιο δημιουργική πρόκληση των κυπρίων εδώ και δεκαετίες-την επίλυση, την απαλλαγή της νήσου από τον κατοχικό στρατό, την πρόοδο και την ανάπτυξη όλης της Κύπρου μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.