Οι συναντήσεις Γκαμπάρι

Από μόνη της η πρωτοβουλία του ΒΓΓ του ΟΗΕ Ι. Γκαμπάρι είναι χρήσιμη γιατί η επαφή και η επικοινωνία δημιουργεί κάποιες προσδοκίες: σήμερα , στον παρόντα χρόνο το κυπριακό δεν έχει την πολυτέλεια της χαμένης προσδοκίας. Χρειαζόμαστε συνομιλίες επί της ουσίας, αξιοποίηση των αποφάσεων του Εθνικού Συμβουλίου στις 12 Απριλίου 2005, ανάπτυξη της σημασίας της ΕΕ ως του καταλύτη της λύσης, ενότητα και συλλογική δράση ανάμεσα στις ε/κ πολιτικές δυνάμεις.

Είναι θεωρητικά σωστή άποψη η συνεχής αναφορά για «καλή προετοιμασία» και «καλή προπαρασκευή» ενός νέου γύρου συνομιλιών. Το βασικό ζήτημα δεν είναι να υπογραμμίζουμε τα αυτονόητα, αλλά να δουλεύουμε για να κάνουμε πράξη αυτή τη θέση. Πώς θα προχωρήσει μια διαδικασία, εάν δεν την υλοποιούμε με θετικές δράσεις;

Το κυπριακό χρειάζεται συνομιλίες κορυφής, αποφάσεις στο πιο υψηλό επίπεδο, συνδυασμούς κινήσεων ανάμεσα στον ΟΗΕ και την ΕΕ και αυτό μόνο η πολιτική ηγεσία στο πιο υψηλό επίπεδο μπορεί να υλοποιήσει. Το κυπριακό θέλει αποφάσεις, διορατικότητα, σχεδιασμούς, διαβουλεύσεις μέσα στο Εθνικό Συμβούλιο,συντονισμό με την Ελληνική κυβέρνηση, επικοινωνία με τους θεσμούς της ΕΕ και διεκδίκηση της αλληλεγγύης των ευρωπαίων εταίρων μας.

Η δήλωση της συνταγματολόγου-συμβούλου του Προέδρου της Δημοκρατίας Κλερ Πάλευ για επανέναρξη συνομιλιών για επίλυση του κυπριακού στη βάση του ψηφίσματος 1250 (1999) με στόχο την επαναβεβαίωση των αρχικών συμφωνιών του 1977 και 1979 με τη υπογράμμιση «χωρίς αυτή (η επαναβεβαίωση) να δεσμεύει τα μέρη σε συγκεκριμένες ερμηνείες αυτών των αρχών», δείχνει ένα δρόμο που μας παίρνει στο παιχνίδι με το χρόνο, σε νομικίστικες δολιχοδρομίες που οδηγούν το κυπριακό στην ακινησία και την αποτελμάτωση. Από την άλλη η Τουρκία δεν χάνει ευκαιρία να επαναλαμβάνει την απαράδεκτη θέση της για εμμονή στο Σχέδιο Ανάν με τη μορφή που το ψήφισαν οι τ/κ και δεν ψήφισαν οι ε/κ. Η θέση αυτή της Τουρκία είναι υστερόβουλη, άρα μια παντελώς απαράδεκτη προσέγγιση. Οι ε/κ ζήτησαν αλλαγές στο σχέδιο αυτό, ζήτησαν μια νέα ισορροπία στο σύνολό του και η Τουρκία καλείται να προσεγγίσει με νέα κριτήρια τις σημερινές εξελίξεις.